Τι είναι η UNESCO:
Η UNESCO είναι ένας οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών.
Ιδρύθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1945 και η ονομασία της προέρχεται από τα αρχικά United Nations Educational, Scientific and Cultural Organization (Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό).
Στις 16 Νοεμβρίου 1972 ψηφίζεται από την Unesco η Σύμβαση για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς, η οποία αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές νομικές πράξεις σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς έχει στόχο τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος για τη συλλογική προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς που κρίνεται ως εξαιρετικής οικουμενικής αξίας.
Με την υπογραφή της Σύμβασης, οι χώρες αναγνωρίζουν ότι τα μνημεία που βρίσκονται στο εθνικό τους έδαφος, χωρίς να θίγονται θέματα εθνικής κυριαρχίας ή ιδιοκτησίας, αποτελούν μία παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά «για την προστασία της οποίας έχει καθήκον να συνεργαστεί όλη η διεθνής κοινότητα συνολικά».
Τα κράτη και οι τοπικές κοινωνίες έχουν έτσι την τεράστια ευθύνη να προστατέψουν και να συντηρήσουν τα μνημεία αυτά για τις επόμενες γενιές.
Με τον καιρό καταρτίζεται ο Κατάλογος των Μνημείων Κληρονομιάς[1] , που περιλαμβάνει μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς, συμπλέγματα κτιρίων, χώρους και στοιχεία φυσικής κληρονομιάς[2], γεωλογικούς και φυσιογραφικούς σχηματισμούς, που είναι Εξαιρετικής Οικουμενικής Αξίας (ΕΟΑ).
Σήμερα (2020) ο Κατάλογος αυτός εμπεριέχει 1121 μνημεία σε 167 χώρες[3] : μνημεία πολιτισμικά (όπως π.χ. ο αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας) , μνημεία φυσικά (όπως το Μεγάλο Κοραλλιογενές Φράγμα, στην Αυστραλία), μνημεία μεικτού χαρακτήρα, συνδυάζουν δηλαδή ανθρωπογενή και φυσικά στοιχεία, όπως τα Μετέωρα.
Ενδιαφέρον έχει ότι 34 από τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς ανήκουν σε περισσότερες από μία χώρες, όπως τα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα του
Le Corbusier, τα οποία βρίσκονται σε 7 διαφορετικές χώρες, σε τρεις ηπείρους .
Τέλος, δύο Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς έχουν αποχαρακτηριστεί, μετά από ενέργειες οι οποίες αλλοίωσαν την ακεραιότητά τους : Το Φυσικό Καταφύγιο του Όρυγος (ενός είδους αντιλόπης) στο Ομάν, διαγράφηκε το 2007, και η Δρέσδη στην κοιλάδα του Έλβα, στη Γερμανία, η οποία αποχαρακτηρίστηκε το 2009.
Το να ενταχθεί ένα μνημείο στον Κατάλογο αυτό έχει θετικές και αρνητικές επιπτώσεις. Η αναγνώριση ενός τοπικού ή εθνικού μνημείου από το σύνολο της ανθρωπότητας έχει θετικό αντίκτυπο στο συλλογικό αίσθημα, πράγμα που με τη σειρά του μπορεί να συμβάλει στην προστασία του μνημείου, καθώς η τοπική κοινωνία ευαισθητοποιείται και τα μέλη της εμφανίζονται πιο πρόθυμα να το προστατέψουν.
Επίσης ο χαρακτηρισμός ενός χώρου ως «Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς» αυξάνει το κύρος του και τη φήμη του ως τουριστικό προορισμό και τέλος προσφέρει στην τοπική κοινωνία και στο κράτος τη δυνατότητα πρόσβασης στη συσσωρευμένη γνώση διεθνών οργανισμών και σε νέες τεχνολογίες για την προστασία του.
Από την άλλη πλευρά, η ένταξη ενός μνημείου στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς δε συνεπάγεται αυτόματη επίλυση όλων των προβλημάτων της περιοχής ή του μνημείου. Επιπλέον η ένταξη μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα, ιδίως εάν οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση του αριθμού των επισκεπτών σε μια περιοχή χωρίς τις κατάλληλες υποδομές. Μπορεί φυσικά τα έσοδα να αυξάνονται αλλά, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο ταξιδιωτικός συγγραφέας και φιλέλληνας Patrick Leigh Fermor : «Ο τουρισμός καταστρέφει ό,τι αγαπά.»
Στον Κατάλογο μνημείων Παγκόσμιας Πoλιτιστικής Κληρονομιάς από το 1985 ανήκει ένα σύνολο μνημείων της Κωνσταντινούπολης στα οποία ανήκουν ο αρχαίος ιππόδρομος του Κωνσταντίνου, η Αγία Σοφία του 6ου μ.Χ και το Τζαμί του Σουλειμάν του 16ου αι. μ.Χ., για τα οποία η Unesco σημείωνε ότι βρίσκονται σε κίνδυνο λόγω της αύξησης του πληθυσμού, της βιομηχανικής μόλυνσης και της ανεξέλεγκτης αστικοποίησης.
Οι πρόσφατες εξελίξεις που αφορούν σε απόφαση του ΣτΕ της Τουρκίας να μετατραπεί η Αγία Σοφία σε τζαμί προφανώς έρχoνται σε αντίθεση με το πνεύμα της προστασίας μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και οδήγησε σε αυστηρή ανακοίνωση εκ μέρους της Unesco.
Οι αποφάσεις της Unesco όμως δεν μπορούν να έχουν κανένα ουσιαστικά κατασταλτικό χαρακτήρα ούτε διαθέτει κατασταλτικό μηχανισμό κι αυτό φάνηκε και στους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, στη λεηλασία των μουσείων και μνημείων της Βαγδάτης και πρόσφατα στη Συρία.
Η απόφαση του Ερτογκάν δεν έχει αποδέκτη την Ελλάδα ή έστω, μόνο την Ελλάδα, αλλά τη διεθνή πολιτική σκηνή κι εκεί πρέπει να φέρει τη συζήτηση η Ελλάδα καθώς το ζήτημα εν ενδείκνυται για εσωτερική κατανάλωση.
Αυτό που ανησυχεί είναι η μετατροπή της Τουρκίας σε αυτόκλητο υπερασπιστή ισλαμικών φονταμενταλιστικών οργανώσεων , ολοένα απομακρυνόμενη από το κοσμικό κράτος του Κεμάλ.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Ορχάν Παμούκ, ο Τούρκος νομπελίστας συγγραφέας, στο BBC NEWS : η απόφαση «στερεί την υπερηφάνεια από ορισμένους Τούρκους που θεωρούσαν ότι βρίσκονται σε κοσμικό μουσουλμανικό κράτος… Το να μετατρέψουμε την Αγία Σοφία σε τζαμί είναι σαν να λέμε στον υπόλοιπο κόσμο, δυστυχώς, δεν είμαστε πλέον κοσμικό κράτος… Υπάρχουν εκατομμύρια κοσμικοί Τούρκοι σαν εμένα που φωνάζουν εναντίον [της απόφασης] αλλά οι φωνές τους δεν ακούγονται».[4]
Στέλλα Οδ. Λιάτου
Ιστορικός – Αρχαιολόγος
Μουσειολόγος
[1] https://whc.unesco.org/en/list/
[2] http://whc.unesco.org/en/culturallandscape/
[3] Ελληνικά μνημεία που ανήκουν στον κατάλογο https://whc.unesco.org/en/statesparties/gr
[4] www.lifo.gr