Η πιο κοντινή μας χρονικά επέτειος είναι αυτή της της 28ης Οκτωβρίου 1940. Οι μνήμες των γονιών μας και των παππούδων μας που έζησαν τα δεινά του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, μεταφέρθηκαν σε μας από πρώτο χέρι. Είμαστε οι πρώτοι αυτήκοοι μάρτυρες στο ρολόι της ιστορικής πορείας του τόπου μας που είχαμε την τύχη να μάθουμε τις μικρές ή μεγάλες και ταπεινές ή σημαντικές ιστορίες ζωής των συμπολιτών και των συγχωριανών μας από αυτή την δύσκολη περίοδο του 40-44. Εμποτισμένες με όλο το συναισθηματικό φορτίο, δακρύζοντας ή κλαίγοντας πολλές φορές οι αφηγητές μας, ενθυμούμενοι πόσα και πόσα δυσάρεστα και βασανιστικά: τους χαμένους αγαπημένους νέους που θυσιάστηκαν, την φτώχεια και την οδυνηρή πείνα που τους βασάνιζε, τον φόβο που έκαιγε τα σωθικά τους, την απελπισία που τους κυρίευε… και άλλα πολλά…
Σήμερα, θα σας αναφέρω κάποιες από αυτές τις ιστορίες ζωής ως ένα φόρο τιμής στους αφανείς ήρωες που δεν έχουν πάρει παράσημα και δεν αναφέρονται στα ιστορικά βιβλία:
Ιστορία πρώτη: Ο Σωτήριος Φωκάς 24 ετών από τα Μαυράτα, από πολυμελή οικογένεια, αποφασίζει τον Ιούνιο του 1943 να πάει στην Πελοπόννησο να δουλέψει μερικά μεροκάματα για να φέρει ένα σακί αλεύρι. Η οικογένεια πεινούσε γιατί δεν είχαν καλή σοδειά και θεώρησε χρέος του να βοηθήσει…(όπως σήμερα οι οικονομικοί μετανάστες). Στον Πόρο τον συλλαμβάνουν οι Γερμανοί μαζί με άλλους. Δύο μέρες μετά, κατόπιν υποδείξεως του τοπικού δοσίλογου κάποιοι αφήνονται ελεύθεροι και οι υπόλοιποι με την κατηγορία ότι είναι κομμουνιστές απαγχονίζονται στα Χιονάτα. Όταν το πληροφορούνται οι δικοί του και πάνε να πάρουν το σώμα του είναι σε αποσύνθεση. Τον αναγνώρισαν από τα ρούχα του.
Μετά από τρεις εβδομάδες οι αντάρτες συλλαμβάνουν τον δοσίλογο και καλούν τον αδελφό του Σωτηρίου Φωκά να τον δει “και να του κάνει ότι θέλει”. Εκείνος τον αντικρίζει και το μόνο που λέει είναι: “Θέλω να σε ρωτήσω ΓΙΑΤΙ;”
Ιστορία δεύτερη: Ο Νικόλαος Νικάτος 26 ετών από τα Μαυράτα είχε ενταχθεί στο ΕΑΜ και ζούσε στο βουνό σχεδόν από την αρχή του αγώνα. Ένας “κουμπάρος” από ένα παραλιακό χωριό του στέλνει μήνυμα να κατεβεί να του κάνει το τραπέζι. Στην επιστροφή του για ν’ ανεβεί στο βουνό τον συλλαμβάνουν οι Γερμανοί και τον εκτελούν επί τόπου.
Ιστορία τρίτη: Η Αγγελική Μ. νεαρή μητέρα με οχτάχρονο παιδί εκτός γάμου συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς επειδή ανήκε στο ΕΑΜ. Οι ντόπιοι υποστηρικτές των κατακτητών τη χλευάζουν και τη γελοιοποιούν. (Όπως τα βίντεο που βλέπουμε από χώρες της Ανατολής, ναι τα κάναμε και μεις παλιότερα…)
Τελικά την απαγχονίζουν σ’ ένα δέντρο στο κέντρο των Μαυράτων, μαζί με άλλη μια μητέρα τεσσάρων ανηλίκων παιδιών. Μια κυρία στα Μαυράτα, κρατάει στο σπίτι της το παιδί της Αγγελικής Μ. γιατί δεν έχει κανέναν συγγενή να το φροντίσει. Οι ντόπιοι εκτελεστές δεν έχουν “χορτάσει” θανατικό και πάνε σ’ αυτό το σπίτι, αναζητώντας το οχτάχρονο κορίτσι.
Η κυρία το προστατεύει βάζοντας το σώμα της ασπίδα και φωνάζει:
“Για όνομα του Θεού! ΟΧΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ!!!
Ο ντόπιος εκτελεστής ωρύεται: “Να μη μείνει ΣΠΟΡΟΣ”!
Το κοριτσάκι κρύβεται τρομαγμένο στη φούστα της κυρίας και γλιτώνει τη ζωή του.
Μεγαλώνει και ζει όλη της τη ζωή με το φόβο, ποτέ δεν μιλάει πολιτικά, δεν εκφράζεται, δεν εκδηλώνεται γιατί ΦΟΒΑΤΑΙ. Χαμογελάει με καλοσύνη και συγχωρεί τους διώκτες της.
Εδώ τελειώνουν οι ιστορίες μου. Λυπάμαι αν σας στενοχώρησα, αλλά ο στόχος μου ήταν να μνημονεύσω αυτούς τους γενναίους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους, επειδή ήταν ΙΔΕΟΛΟΓΟΙ, μια ιδιότητα που δεν συναντάμε εύκολα στο σημερινό κόσμο.
Επίσης, ήθελα να μνημονεύσω και τους “άλλους” Έλληνες,- όχι αυτούς που μαχαίρωσαν σκύλους-, αυτούς που πήραν ανθρώπινες ζωές μ’ ένα τους νεύμα, για ποιο λόγο άραγε;
Σήμερα που θα πιούμε τον ωραίο μας φραπέ στη λιακάδα, ας στείλουμε μια αχτίδα σκέψης σε κάθε παππού και γιαγιά της κατοχής κι ας πούμε την ιστορία του στους άλλους και κυρίως στα παιδιά μας, γιατί έτσι τον/την βοηθάμε να μην ξεχαστεί, να ζήσει περισσότερο και να δικαιωθεί ο αγώνας του.
Φωτογραφία άρθρου : Jerry Apostolatos