Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024
19 C
Argostoli

kefaloniastatus@gmail.com

Εφημερεύοντα Φαρμακεία

spot_img

ΜΕΝΟΥ / ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

«Κοινοβουλευτικό καταπίστευμα»

Γράφει η Άννα Καραπέτσα

Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν την άποψη των αρθρογράφων τους και όχι κατά ανάγκη του kefaloniastatus.gr

Ο θεσμός της διάλυσης της Βουλής, δηλαδή του πρόωρου τερματισμού των εργασιών του βουλευτικού σώματος πριν τη λήξη της τετραετίας, προβλέπεται στο Σύνταγμα μας ρητά και συνάγεται εκ των άρθρων 32§4 εδ.α Σ, 41§5 Σ, τα οποία αναφέρονται στην αδυναμία ανάδειξης κι εκλογής νέου ΠτΔ.

Το Σύνταγμα προβλέπει εδιάλυση της Βουλής στο άρθρο 41§1 εδ.α Σ. Σε αυτήν την περίπτωση η Βουλή διαλύεται με την ονομαζόμενη «προεδρική πρωτοβουλία».  Ο ΠτΔ, δύναται δυνάμει του αυτού άρθρου να διαλύσει το Κοινοβούλιο, όταν έχουν καταψηφιστεί ή παραιτηθεί (σημ: η παραίτηση πρέπει να υποβληθεί από την Κυβέρνηση ως σώμα κι όχι ατομικά μόνο από τον Πρωθυπουργό) από το συγκεκριμένο εν ενεργεία -υποθετικά- βουλευτικό σώμα, δύο Κυβερνήσεις. Η σύνθεση της Βουλής εν όψει και της σχέσης της με την Κυβέρνηση σε περίπτωση που αδυνατεί να εξασφαλίσει την κυβερνητική σταθερότητα και την απαιτούμενη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη. Επομένως, με τη διάλυση της Βουλής, ο ΠτΔ προσδοκεί την ανάδειξη νέας Βουλής, η οποία θα εξασφαλίσει και την κυβερνητική ομαλότητα. (Η περίπτωση αυτή της διάλυσης του βουλευτικού σώματος, εντούτοις, δεν έχει βρει εφαρμογή ακόμα, καθώς οι προϋποθέσεις που τίθενται είναι αρκετά αυστηρές, αλλά και γιατί δεν έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα και έγκειται στη διακριτική ευχέρεια του ΠτΔ).

Τέλος, η διάλυση της Βουλής μπορεί να επαφίεται στην «κυβερνητική πρωτοβουλία», στην οποία προβαίνει η Κυβέρνηση, εκτιμώντας την πολιτική συγκυρία σε συνδυασμό με τη μη αποτελεσματική σύνθεση της Βουλής. Η κυβερνητική πρωτοβουλία μπορεί να οδηγήσει είτε σε αιτιώδη είτε σε αναιτιώδη διάλυση της Βουλής. Η αιτιώδης διάλυση προβλέπεται στο άρθρο 41§2 Σ. Η δικαιολογητική βάση της διάλυσης αυτής είναι η «ανανέωση της λαϊκής εντολής», ώστε η νέα Βουλή και κατ’ επέκταση η Κυβέρνηση που θα προκύψει να έχει νωπή λαϊκή νομιμοποίηση για να δύναται προβεί στην αποτελεσματικότερη διευθέτηση εθνικών θεμάτων εξαιρετικής σημασίας. Δεν προβλέπεται εκ νέου διάλυση της Βουλής για το ίδιο θέμα βάσει του 41§2 εδ.β Σ. Προϋπόθεση -η οποία εξετάζεται από τον ΠτΔ- για τη νόμιμη αιτιώδη διάλυση είναι: η Κυβέρνηση που προβαίνει στη διάλυση να έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από την υπό διάλυση Βουλή, ενώ εξετάζεται και κατά πόσο τη χρονική στιγμή που προβαίνει στη διάλυση συνεχίζει να φέρει τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη.

Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον συκοφαντούσαν . Ο φιλόσοφος απάντησε: *Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν* .

(384 – 322 π.χ.)

Στην πρόσφατη απόφαση Romanowski κατά Πολωνίας της 12.01.2023 (αρ. προσφ. 55297/16)  στηλιτεύονται οι δυσφημιστικές δηλώσεις Υπουργού σε συνέντευξη Τύπου για σύμβουλο πρώην Υπουργού και καταδικάζεται περίτρανα η προσβολή της φήμης και η παραβίαση της ιδιωτικής ζωής αυτού.

Ο προσφεύγων, ένας εκ των συμβούλων πρώην  Υπουργού Δικαιοσύνης, άσκησε αγωγή για προσβολή της προσωπικότητας κατά του Υπουργού  σχετικά με τις δηλώσεις του τελευταίου ότι οι φορητοί υπολογιστές γραφείου που χρησιμοποιούσαν ο πρώην Υπουργός και ο προσφεύγων είχαν καταστραφεί και ότι η καταστροφή δεν ήταν τυχαία και θα μπορούσε ενδεχομένως να συνιστά ποινικό αδίκημα. Σε δελτίο Τύπου το οποίο δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης μία ημέρα πριν από τη συνέντευξη τύπου, αναφερόταν  ρητά το όνομα του προσφεύγοντος.

Τα εγχώρια δικαστήρια παρατήρησαν ότι ο εναγόμενος δεν είχε κανένα έρεισμα για να αποδώσει την καταστροφή του φορητού υπολογιστή στον προσφεύγοντα, καθώς κατά τη στιγμή της συνέντευξης τύπου, είχε μόνο πληροφορίες σχετικά με την έκταση, αλλά όχι την αιτία, της βλάβης του φορητού υπολογιστή. Τα δικαστήρια διαπίστωσαν επίσης ότι, παρόλο που ο ίδιος ο εναγόμενος δεν είχε αναφέρει το όνομα του προσφεύγοντος, οι πληροφορίες που είχε κοινοποιήσει δημόσια είχαν επιτρέψει την ταυτοποίηση του προσφεύγοντος από εκείνους που είχαν διαβάσει το δελτίο τύπου του Υπουργείου ή την κάλυψη από τα ΜΜΕ.

Επικαλούμενος τα άρθρα 8 και 10 της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων κατήγγειλε την προσβολή του δικαιώματός του για σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και της φήμης του.

Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι οι δυσφημιστικές δηλώσεις σχετικά με τον προσφεύγοντα ήταν συμπληρωματικές σε αυτό που φαίνεται να ήταν μια προσπάθεια συμβολής σε μια πολιτική συζήτηση σχετικά με την αλλαγή της διοίκησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης και τη χρήση των δημόσιων πόρων.

Έκρινε ότι η τελική απόφαση που εκδόθηκε στην επίμαχη διαδικασία δεν είχε σχετικούς και επαρκείς λόγους και δεν κατάφερε να επιτύχει δίκαιη ισορροπία μεταξύ των αντικρουόμενων δικαιωμάτων.

Τα δικαστήρια διαπίστωσαν επίσης ότι, παρόλο που ο ίδιος ο εναγόμενος δεν είχε αναφέρει το όνομα του προσφεύγοντος, οι πληροφορίες που είχε κοινοποιήσει δημόσια είχαν επιτρέψει την ταυτοποίηση του προσφεύγοντος από εκείνους που είχαν διαβάσει το δελτίο τύπου του Υπουργείου ή την κάλυψη από τα ΜΜΕ. Επιπλέον, ο εναγόμενος δεν είχε αποθαρρύνει το προσωπικό του που είχε συνεργαστεί με δημοσιογράφους από το να αποκαλύψει το όνομα του προσφεύγοντος. Όφειλε να γνωρίζει ότι ο προσφεύγων είχε ταυτοποιηθεί ονομαστικά στην ιστοσελίδα του Υπουργείου. Στη συνέχεια στις 6 Οκτωβρίου 2015, το Εφετείο της Βαρσοβίας απέρριψε την έφεση του προσφεύγοντος, θεωρώντας ότι δεσμεύεται από την ερμηνεία του εφαρμοστέου δικαίου από το Ανώτατο Δικαστήριο.  

Οι γενικές αρχές σχετικά με τη σύγκρουση μεταξύ του δικαιώματος φήμης και της άσκησης από τρίτο του δικαιώματος στην ελευθερία έκφρασης συνοψίζονται στην απόφαση Axel Springer AG κατά Γερμανίας της 07.02.2012 ([GC], αριθ. προσφ. 39954/08 §§ 82-95), Węgrzynowski και Smolczewski κατά Πολωνίας της 16.07.2013 (αριθ. προσφ. 33846/07 § 53-57) και Polanco Torres και Movilla Polanco κατά Ισπανίας της 21.09.2010 (αριθ. 34147/06 § 40-43).

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι δυσφημιστικές δηλώσεις σχετικά με τον προσφεύγοντα ήταν συμπληρωματικές σε αυτό που φαίνεται να ήταν μια προσπάθεια συμβολής σε μια πολιτική συζήτηση σχετικά με την αλλαγή της διοίκησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης και τη χρήση των δημόσιων πόρων. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, ωστόσο, ο προσφεύγων δεν ήταν δημόσιο πρόσωπο. Κατά τον κρίσιμο χρόνο, ήταν ένας από τους πολλούς συμβούλους που εργάζονταν στο γραφείο του Υπουργού. Ο προσφεύγων υποστήριξε ότι ήταν δημόσιος υπάλληλος χαμηλού προφίλ και ότι το όνομά του είχε αναφερθεί για πρώτη φορά δημόσια σε σχέση με το σκάνδαλο των φορητών υπολογιστών. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, το εγχώριο δικαστήριο δεν έλαβε επαρκώς υπόψη τα επιχειρήματα του προσφεύγοντος ότι δεν ήταν δημόσιο πρόσωπο και εξομοίωσε ανακριβώς την κατάστασή του με εκείνη του πρώην Υπουργού.

Το Δικαστήριο τόνισε επίσης ότι οι επίμαχες δηλώσεις, μολονότι δεν ήταν σκανδαλώδεις, σοκαριστικές ή συκοφαντικές, ήταν αναληθείς και αποσκοπούσαν στη βλάβη της φήμης του προσφεύγοντος.

Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι ο προσφεύγων είχε πράγματι στη διάθεσή του στην υπό κρίση υπόθεση ένα αποτελεσματικό νομικό σύστημα για την προστασία των δικαιωμάτων που εμπίπτουν στην έννοια της «ιδιωτικής ζωής» και ότι το χρησιμοποίησε πλήρως. Το Δικαστήριο θεώρησε, ωστόσο, ότι η τελική απόφαση που εκδόθηκε στην επίμαχη διαδικασία δεν είχε σχετική και επαρκή αιτιολογία και δεν κατάφερε να επιτύχει μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων του προσφεύγοντος που διασφαλίζονται από το άρθρο 8, αφενός, και των δικαιωμάτων της αντίδικης πλευράς βάσει του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ, αφετέρου. Ο περιορισμός της ελευθερίας της έκφρασης προκειμένου να διαφυλαχθεί η φήμη του προσφεύγοντος υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης δεν θα ήταν δυσανάλογος υπό το πρίσμα του άρθρου 10.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 8 της Σύμβασης) και.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41),

και, επιδίκασε στον προσφεύγοντα 8.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 6.290 ευρώ για δικαστικά έξοδα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ