…Οι μεγάλοι καλλιτέχνες δεν είναι οι διερμηνείς του κόσμου, είναι οι ανταγωνιστές του..
Αντρέ Μαλρώ, 1901-1976, Γάλλος συγγραφέας & πολιτικός
Το Π.Δ. 85/17.12.2022 σύμφωνα με το οποίο όλοι ανεξαιρέτως οι απόφοιτοι των «ανώτερων» δραματικών σχολών & σχολών χορού και κινηματογράφου κατατάσσονται στην κατηγορία εργαζομένων ΔΕ απαξιώνει προφανέστατα την κατάρτιση και υπόσταση των καλλιτεχνών. Ουσιαστικά αλλά και τυπικά με την υπογραφή της ανώτατης πολιτειακής αρχής, όλοι οι καλλιτέχνες των παραστατικών τεχνών εξισώνονται με απόφοιτους λυκείου, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τα εργασιακά τους δικαιώματα, πέρα από την καταφανέστατη ηθική, καλλιτεχνική και επαγγελματική τους υποβάθμιση. Τα τρία χρόνια σπουδών (πλέον τέσσερα) τα οποία αφιερώνει ο κάθε σπουδαστής δραματικής σχολής ή σχολής χορού προκειμένου να εισαχθεί και εν συνεχεία να παρακολουθήσει ορισμένα μαθήματα και να αποφοιτήσει δεν τυλίγονται σε μία κόλλα χαρτί ούτε κυρώνονται με την θέση σε υπογραφή της όποιας πολιτειακής αρχής. Καταρχάς πρόκειται για χρόνια γεμάτα και χρόνια δύσκολα. Συνήθως οι σπουδαστές αφιερώνουν ατελείωτες ώρες εβδομαδιαίως για να διδαχθούν ορθοφωνία, χορό, κίνηση, ξιφασκία, λογοτεχνία, ιστορία θεάτρου, αυτοσχεδιασμό και φυσικά υποκριτική, το ρεπερτόριο της οποίας τουλάχιστον στις σοβαρές δραματικές σχολές περιλαμβάνει σπουδαία έργα του ευρωπαϊκού, αμερικανικού και ρωσικού ρεπερτορίου. Όταν αποφοιτούν, έρχονται αντιμέτωποι με μια αγορά ανισομερή και πολλές φορές όχι αξιοκρατική και δίκαιη.
Οι Κ.Στανισλάφσκυ, Shakespheare, Μπρέχτ, Ανούιγ, Α.Τσέχωφ, Ι. Βασίλιεφ, Βλαντιμίρ Μενσόφ, Αντονιόνι, Τρυφώ, Κ. Παξινού, Μ. Κοτοπούλη, Ν. Ρότα, Ρ.Νουρέφιεφ, Μπαρίσνικοφ, Κατρίν Ντενέβ, Έλλη Λαμπέτη, Δημήτρης Χόρν, Βέρα Αλεντόβα, Αντρέυ Ταρκοφσκυ ……και πολλοί ακόμη σπουδαίοι άνθρωποι οι οποίοι αφιέρωσαν την ζωή τους στο θέατρο, τον κινηματογράφο, στην σκηνή, δεν ήταν απόφοιτοι λυκείου. Μας κληροδότησαν ευτυχώς μια μεγάλη παρακαταθήκη. Μπορεί να μην μεταφράζεται εύκολα ούτε να κεφαλαιοποιείται, αλλά είναι υπερβατική, υπερκομματική, διαφυλετική για να την καταλαβαίνουν όλοι ξέροντας έστω ότι πρέπει, για να την υποστηρίξουν, να υποστούν την βάσανό της.
Είναι άδικο για τους καλλιτέχνες οι οποίοι εργάζονται σε πολύ σκληρές συνθήκες για ελάχιστα ή καθόλου χρήματα, ανασφάλιστοι, ακούραστα και ατελείωτες ώρες και αργίες και Σαββατοκύριακα, όντες και ούσες αναγκασμένοι κάθε έξη μήνες να πρέπει να κλείσουν μια νέα συνεργασία, προσφέροντας στο Αθηναϊκό κοινό την ενσάρκωση ρόλων και την μεταφορά θεατρικών έργων μιας παγκόσμιας δραματουργίας που δύσκολα την αγγίζει κανείς ή τολμά να αναμετρηθεί μαζί της, να τους αφαιρείται έστω η αναγνώριση μιας βαρύνουσας σημασίας προσπάθειας.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του Σ.Ε.Η. στην Ελλάδα, τη χώρα που περηφανεύεται διεθνώς πως είναι «το λίκνο του Πολιτισμού» και ιδιαιτέρως του θεάτρου, το ίδιο το Κράτος έχει σκοπίμως δημιουργήσει ένα καφκικό θεσμικό κενό, όπου δεν προβλέπεται και δεν υπάρχει καμία διάθεση για δημιουργία Ανώτατης βαθμίδας εκπαίδευσης για τις Παραστατικές Τέχνες, με παράλληλη λύση για το ζήτημα της διαβάθμισης των σπουδών των χιλιάδων αποφοίτων από το 2003 έως και τη δημιουργία αυτής της βαθμίδας.
Την ίδια στιγμή, ήδη από το 1981 έως και σήμερα: το Υπουργείο Πολιτισμού – στο οποίο υπάγονται οι «ανώτερες» καλλιτεχνικές σχολές – ως εποπτεύων φορέας, τις αδειοδοτεί και τις ελέγχει, οι υποψήφιοι δίνουν εισαγωγικές εξετάσεις σε διορισμένη από το Υπουργείο καλλιτεχνική επιτροπή,μετά την εισαγωγή τους σπουδάζουν για τρία ολόκληρα έτη με ένα υπερεντατικό πρόγραμμα σπουδών τουλάχιστον 8 ωρών την ημέρα για κάθε μέρα της εβδομάδας στο τέλος των σπουδών τους για να πάρουν τα διπλώματά τους – τα οποία μάλιστα φέρουν την στρογγυλή σφραγίδα της Ελληνικής Δημοκρατίας (μέσω του ΥΠΠΟΑ) – δίνουν και πάλι εξετάσεις σε άλλη επιτροπή, επίσης διορισμένη από το Υπουργείο Πολιτισμού.
Υπενθυμίζεται μάλιστα, πως για να γίνει δεκτός ο υποψήφιος στις εισαγωγικές εξετάσεις πρέπει να καταθέσει ως δικαιολογητικό το Απολυτήριο του Λυκείου.
Το μόνο ίχνος θετικού προσήμου ή δικαιολογητικής βάσης έκδοσης του εν λόγω Π.Δ. είναι – πιθανολογώ- η αποτροπή δημιουργίας δραματικών σχολών εν είδει «επιχειρήσεων» οι οποίες δέχονται κάθε Σεπτέμβρη πληθώρα εισακτέων οι οποίοι, κηνυγώντας με μια κάποια συμπαθητική αφέλεια το όνειρο της υποκριτικής που στην Ελλάδα αφορά λίγους, μάλλον ελάχιστους, διοχετεύουν στην αγορά εργασίας, δηλαδή στο θεατρικό σανίδι άνεργους πτυχιούχους οι οποίοι αδυνατούν να απορροφηθούν. Κομπάρσους για μια ζωή δηλαδή.
Και πάλι όμως.
Ο νομοθέτης οφείλει να προβεί σε λυσιτελέστερες κα πιο ολοκληρωμένες αποφάσεις και αντιπροτάσεις εφαρμόζοντας ρηξικέλευθες πολιτικές και όχι να κατακρημνίζει τα όνειρα νέων ανθρώπων που παλεύουν, αγωνίζονται για το σήμερα, βάζουν υποθήκη το αύριο. Αλλά έχουν δικαίωμα να ζήσουν.
Η Τέχνη είναι μεγάλη. Θα την πλησιάσουμε με ευλάβεια και σεβασμό. Δεν έχουμε το δικαίωμα να την κατεβάζουμε στο ανάστημά μας.
Κάρολος Κουν, 1908-1987, Ο Ιδρυτής του Θεάτρου Τέχνης