Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024
14.3 C
Argostoli

kefaloniastatus@gmail.com

Εφημερεύοντα Φαρμακεία

spot_img

ΜΕΝΟΥ / ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Μάριος

Το ήξερα πως το ταξίδι μας στην Ικαρία, ήταν για τη Μίκα, κάτι παραπάνω από μια απλή εκδρομή. Μου το είπε αμέσως μόλις της το πρότεινα, ένα μεσημέρι Ιουνίου, όταν την πήρα τηλέφωνο και την άκουσα μετά από 27 ολόκληρα χρόνια. Αλλάκαι για μένα ήταν σημαντική αυτή η εξαήμερη απόδραση που ετοιμάζαμε. Ήξερα κάπως αόριστα, πως το νησί είχε μια ιδιαιτερότητα με τα ωράρια, με τους μακρόβιους κατοίκους του και τα ιαματικά λουτρά του. Ονειρευόμουν ήδη διακοπές με τις φίλες μου και ζεστά μπάνια σε γούρνες με νερό ραδιενεργό!

Η συνάντησή μας  στο λιμάνι του Πειραιά έφερε χαρά, και βαθειά μέσα μου ανακούφιση. Είμαστε πάλι μαζί και χαλαρές, σα να είχαμε συναντηθεί μόλις την προηγούμενη μέρα! Είχαμε βέβαια να καλύψουμε κενά χρόνων και τα συμπληρώναμε και οι τρεις μας με μεγάλη όρεξη, για να φωτίσουμε τα χρόνια που μεσολάβησαν και να πλησιάσουμε περισσότερο η μια την άλλη. Νομίζω πως το βιβλίο « Ικαρία ο κόκκινος βράχος» πρωτοβγήκε από την τσάντα της Μίκας, εκεί στις πλαστικές καρέκλες του καταστρώματος και κάτι ειπώθηκε μέσες άκρες για τα χρόνια του εμφύλιου και την οικογενειακή της ιστορία.

Ο ορεινός όγκος του νησιού φάνηκε κατά το μεσημέρι και η πρώτη εντύπωση στον Εύδηλο ήταν πολύ οικεία. Μικρό λιμανάκι, σπίτια με στέγες, και από πάνω το βουνό. Το νοικιασμένο αυτοκίνητο μας πήγαινε για Άγιο Κήρυκο, ακολουθώντας δρόμους ανηφορικούς με πολλές στροφές που τις σκίαζαν μεγάλα πλατάνια. Τις μέρες  που μείναμε δεν αφήσαμε και πολλές ραχούλες απάτητες. Ανηφοριές, κατηφοριές, ακρογιαλιές και λαγκαδιές, χώρια οι ταβέρνες και οι καφενέδες! Όλα μου άρεσαν, ενώ είχα κάθε μέρα την έγνοια μου να μπω και σε μια ζεστή ιαματική κολυμπήθρα.

 Η μεγάλη έκπληξη όμως ήταν αλλού. Ούτε στο υδροθεραπευτήριο, ούτε  στην πρωτεύουσα τον Άγιο , ούτε στη χαριτωμένη πλατεία της Ακαμάτρας,  ούτε στο Πέζι με τα πιταράκια του και την άφθονη ρίγανη στις άκρες του δρόμου. Το ταξίδι μας πήρε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του εκεί που έζησε για δυο χρόνια ο Αλέκος Λάππας. Στις Ράχες- στο Χριστό Ραχών- το χωριό με τους μουσικούς, και τους ήχους από τα όργανα, πνευστά και έγχορδα,  που σιγοντάριζαν τα τζιτζίκια το πρωί και τους γρύλους τη νύχτα. Εκεί έζησε από το 1947 μέχρι το 1949  εξόριστος, ο Αλέκος, ο πατέρας της Μίκας. Εξόριστος, γιατί ήταν και αυτός ένας από τους χιλιάδες  εχθρούς της πατρίδας. Κομμουνιστής και γι αυτό επικίνδυνος. Ένας από αυτούς που ξεριζώθηκαν βίαια από τα σπίτια τους και στάλθηκαν σ αυτό το ορεινό νησί, που ήταν  αποκομμένο από τα άλλα .Πολεμικά πλοία  τους ξεμπάρκαραν  στον Εύδηλο ή τον Άγιο Κήρυκο, αφού τους είχαν αφήσει διψασμένους για δυο μέρες, όσο κράταγε τότε το ταξίδι τους. Το μαρτύριο της δίψας και ο άγνωστος προορισμός. Έτσι για να τιμωρούνται και να βασανίζονται σε μια  Οδύσσεια που  μόλις άρχιζε και είχε οργανώσει η κρατική εξουσία γι αυτούς. Στην Ικαρία δεν τους περίμεναν οργανωμένα στρατόπεδα, όπως αργότερα στη Μακρόνησο. Στα λιμάνια τους παραλάμβανε η χωροφυλακή, τους φακέλωνε και τους έστελνε σε διάφορα χωριά.Θα έμεναν όπου έβρισκαν. Σε στάβλους, σε εγκαταλελειμμένα σπίτια, που πολλοί  Ικαριώτες τα είχαν αφήσει, πηγαίνοντας στην ξενιτειά για να βρουνκαλύτερη ζωήκαι τύχη.Τα σπίτια από πέτρα , τα χωράφια όλο πέτρα και μικρά.Οι σοδειές δεν έφταναν να ταΐσουν ούτε τους ντόπιους. Κι όμως αυτοί αγκάλιασαν τους εξόριστους και τους έδιναν ό,τι μπορούσαν. Άνθρωποι φτωχοί αλλά φιλόξενοι. Και ο Αλέκος γνώρισε την ανθρωπιά στο ορεινό χωριό, το Χριστό. Στην οικογένεια Στενού, που κοίμιζε σε δυο δωμάτια του σπιτιού της σε αυτοσχέδιες κουκέτες, όχι μόνο τον Αλέκο αλλά και άλλους επικίνδυνους κομμουνιστές, που βοηθούσαν όπως μπορούσανστα ζώακαι στα κτήματα.Και η Μίκα  ήλπιζε 70 χρόνια μετά, να συναντήσει κάποιον απ αυτή την οικογένεια, ένα συγγενή, ή έστω ένα γνωστό, που να θυμόταν εκείνα τα σκληρά χρόνια και τον εξόριστο πατέρα της.

 Στο ζαχαροπλαστείο της πλατείας του χωριού η ταμπέλα έγραφε  Γιώργος Στενός. Λες να είχε κάποιασχέση με την οικογένεια; Και επειδή ρωτώντας πας στην Πόλη, το ένστικτο της Μίκας είπε να ακολουθήσει τη λαϊκή σοφία, και αυτό την οδήγησε στα γύρω στενά, ψάχνοντας για κάποιο ντόπιο που θα έδινε μια καλή πληροφορία. Ξαναγύρισε λίγο αργότερα στις καρέκλες του καφενείου, με δυο τρία τηλέφωνα στην ατζέντα της. Το ένα ήταν του Μάριου Στενού , όνομα που της ήταν πολύ οικείο.  Μάριος λεγόταν ο μικρός γιος της οικογένειας που έψαχνε, και που ο πατέρας της, όταν ζούσε μαζί τους, του είχε ιδιαίτερη αδυναμία. Να ήταν το ίδιο πρόσωπο; Να είχε τέτοια τύχη; Το τηλεφώνημα που έκανε το επιβεβαίωσε. Και βέβαια θυμόταν τον Αλέκο Λάππα! Είχε γνωρίσει μάλιστα και τις αδελφές του τη Δέσποινα, τη Λέλα… που πήγαν αρκετά χρόνια αργότερα στην Ικαρία να τους επισκεφθούν! Το σπίτι του ήταν λίγα μέτρα από την πλατεία, και την περίμενε να γνωριστούν. Συναντηθήκανε λίγη ώρα μετά το τηλεφώνημα. Τα είπανε, ήπιανε και τα τσιπουράκια τους, της έδειξε -στο ανακαινισμένο πια σπίτι- και το δωμάτιο όπου είχε ζήσει  ο πατέρας της…

Την επόμενη μέρα συνάντησα και εγώ τον κύριο Μάριο. Μας υποδέχθηκε θερμά στην αυλή του σπιτιού του, απ’ όπου είδαμε και το ηλιοβασίλεμα. Τον κοιτούσα και ένιωθα πως δεν  ήταν μόνο ένας ευχάριστος και φιλόξενος Ικαριώτης που μας τάιζε σουφικό με ξερή καθούρα και μας πότιζε ωραίο τσιπουράκι. Ο Μάριος Στενός ήταν η κλωστή. Ήταν εκεί μπροστά μας και ένωνε το τότε με το τώρα . Είχε ζήσει αυτά που η Μίκα άκουγε σε οικογενειακές μαζώξεις ή προσωπικές εξομολογήσεις. Την εξορία στην Ικαρία και τη ζωή με τους ντόπιους που άνοιξαν τα σπίτια τους στους κυνηγημένους. Ήταν παρών ως παιδί σε κείνο τον εκτοπισμό και τον κατατρεγμό, και τώρα ήταν πάλι παρών για να τον επιβεβαιώσει, να μαρτυρήσει την ιστορία. Όχι. Λάθος. Για μας  ήταν ο ίδιος η ιστορία. Πέντε χρονών παιδάκι τότε, ανέβαινε στους ώμους του Αλέκου και κατηφορίζανε στο αμπέλι ή το χωράφι που ήταν λίγο πιο κάτω από το σπίτι. Σχέση αγάπης  μέσα σε μια αναγκαστική συμβίωση. Η τρυφερότητα και η χαρά σε ένα τόπο εξορίας. Η φωτεινή και παρήγορη πλευρά  της ζωής… Και τώρα, τόσα χρόνια μετά, καθόμαστε εκεί στην αυλή του σπιτιού και ακούγαμε τις νότες από τις «μουσικές αυλές», ευχαριστημένοι γι’ αυτή την απρόσμενη (;) συνάντηση, χαλαροί, σα να τον ξέραμε καιρό τον κύριο Μάριο… Η  φωτεινή πλευρά της ζωής επίσης.

Μου άρεσε στην Ικαρία. Όμορφο νησί, με εκπληκτική βλάστηση και άγρια φύση. Πηγές και μουσικές. Πλατείες και πλατάνια. Περισσότερο όμως μου άρεσε αυτή η μικρή περιπέτεια. Η αναζήτηση της οικογενειακής ιστορίας. Και πιστεύω πως αναθεώρησα την άποψή μου για τα βιβλία ή τις ταινίες που κυκλοφορούν και σήμερα για τα χρόνια του εμφύλιου. Ναι, θυμίζουν το διχασμό. Ναι, πρέπει να πηγαίνουμε μπροστά, αλλά τελικά δεν υπάρχει κανένας λόγος να ξεχνάμε. Η λήθη δεν αλλάζει τα εγκλήματα που έγιναν σε βάρος τόσων ανθρώπων. Οι τόποι και οι άνθρωποι μας τα θυμίζουν, θέλουμε δε θέλουμε…

Και καλά κάνουν. Έτσι δεν είναι;

Ειρήνη Τζαννάτου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ