Με καταστολή απάντησε η Αστυνομία στη διαδήλωση ενάντια στο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις.
Η επίδειξη αυταρχισμού και άγριας καταστολής από τις αστυνομικές δυνάμεις που επιτέθηκαν στην ειρηνική διαδήλωση στο Σύνταγμα, συνιστά μια σαφή «ερμηνευτική εγκύκλιο» του νέου νόμου εκ μέρους της κυβέρνησης, η οποία αναγορεύει τη βία στην κύρια πολιτική επιλογή της απέναντι στην κοινωνία και τα αιτήματά της.
Προφανώς, η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι πολύ σύντομα δεν θα αρκεί η «υπεροπλία» της στον τομέα της ενημέρωσης, για να περιορίσει τις αντιδράσεις της κοινωνίας στην σκληρή πραγματικότητα που προδιαγράφει με την πολιτική της.
Η καταστολή της ειρηνικής διαδήλωσης, σε συνδυασμό με την ψήφιση του αντιδημοκρατικού και αντισυνταγματικού νόμου για τον περιορισμό των διαδηλώσεων αποτελούν τη φυσική εξέλιξη μιας συγκεκριμένης, ακραία νεοφιλελεύθερης πολιτικής προσέγγισης, η οποία πρώτα και κύρια στρέφεται εναντίον του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας για να καταλήξει εναντίον οποιουδήποτε θελήσει να διαμαρτυρηθεί και για οτιδήποτε. Ο αυταρχισμός κλιμακώνεται μεθοδικά. Πριν φτάσουμε σε αυτό το σημείο, είχαμε τα φαινόμενα προσαγωγών ανηλίκων σε κινηματογράφους, την αντιμετώπιση νεαρών σε κέντρα διασκέδασης ως αιχμαλώτων σε εμπόλεμη ζώνη, την ακραία αντιμετώπιση ολόκληρων οικογενειών, όπως στην περίπτωση του σκηνοθέτη Ινδαρέ, το χτύπημα των παιδιών στις πλατείες.
Σύμφωνα με στοιχεία και μαρτυρίες, η γενικευμένη αστυνομική βία εκδηλώθηκε με ιδιαίτερη σπουδή εναντίον των μπλοκ του ΣΥΡΙΖΑ και της νεολαίας του. Πολλοί νέοι άνθρωποι, στελέχη του κόμματος και βουλευτές δέχτηκαν επιθέσεις, ρίψεις χειροβομβίδων κρότου – λάμψης, δακρυγόνα, ενώ οι μηχανές της ομάδας ΔΕΛΤΑ ορμούσαν στους διαδηλωτές χωρίς να λογαριάζουν τον κίνδυνο για τις ανθρώπινες ζωές. Ανάμεσα στα «επιτεύγματα» της Αστυνομίας καταμετρούμε τραυματισμένους και προσαγωγές διαδηλωτών υπό το καθεστώς αστυνομικής αυθαιρεσίας. Η διερεύνηση των γεγονότων είναι σίγουρο ότι θα αναδείξει ακόμη περισσότερες και μεγαλύτερες παρεκτροπές από την πλευρά των δυνάμεων καταστολής.