Της Ειρήνης Γιαννοπούλου, Πολιτικής Επιστήμονα – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 10ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του ΕΝΑ →
Τους τελευταίους μήνες, το Κατάρ βρίσκεται στο επίκεντρο συζητήσεων διεθνώς, που φιλοξενεί το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 2022, φέρνοντας τη διοργάνωση για πρώτη φορά σε χώρα της Μέσης Ανατολής. Κόντρα στις φαντασμαγορικές τελετές, τα πυρετώδη ματς μεταξύ των συμμετεχουσών χωρών και στην άφιξη πλήθους φιλάθλων για την παρακολούθηση ενός από τα μεγαλύτερα αθλητικά δρώμενα παγκόσμιας εμβέλειας, πολλοί είναι οι αναλυτές που συμμετέχουν στη δημόσια συζήτηση που έχει ανοίξει για την καταπάτηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των εργαζομένων στις χειρωνακτικές εργασίες προπαρασκευής των απαραίτητων υποδομών, ήδη από την ανακοίνωση της πραγματοποίησης του Μουντιάλ στο μοναρχικό κράτος του Περσικού Κόλπου το 2010.
Πράγματι, σχεδόν το 90% του συνολικού πληθυσμού (σχεδόν 3 εκατ.) του Κατάρ είναι πολίτες άλλων χωρών. Μεγάλο ποσοστό αυτών είναι χειρώνακτες εργάτες προερχόμενοι από φτωχότερες χώρες του Παγκόσμιου Νότου, όπως η Ινδία, το Μπαγκλαντές, το Νεπάλ, οι Φιλιππίνες και η Κένυα. Παρά τις κάποιες μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια, οι συνθήκες εργασίας στον κατασκευαστικό τομέα και στις υπηρεσίες παραμένουν εξαιρετικά επισφαλείς, με τις πολυετείς προετοιμασίες για το Μουντιάλ να όξυναν την κατάσταση αυτή. Ζουν υπό δύσκολες συνθήκες σε μπλοκ εργατικών κατοικιών συγκεντρωμένα εκτός του κεντρικού αστικού άξονα της Ντόχα, δίχως δυνατότητα ανάμειξής τους με τον υπόλοιπο πληθυσμό της πόλης. Οι γραφειοκρατικές διαδικασίες πρόσληψής τους είναι αδιαφανείς, με την πλειοψηφία των συμβάσεων να συνάπτεται μεταξύ των ιδιωτών εργοδοτών και των εργαζόμενων μεταναστών, δίχως να παρέχεται κάλυψη στους δεύτερους, σε περίπτωση αυθαιρεσιών των πρώτων.[1] Μάλιστα, στις περισσότερες περιπτώσεις, πρόκειται για δέσμια εργασία, καθώς δεν επιτρέπεται στους απασχολούμενους να αλλάξουν εργοδότη. Έτσι, πραγματικά συντίθεται μια δυσμενής εργασιακή συνθήκη, στο πλαίσιο της οποίας οι μισθοί είναι εξαιρετικά χαμηλοί, σε μια χώρα όπου ο κατώτατος μισθός βρίσκεται στα 274 δολάρια, με το μέσο κόστος ζωής να ανέρχεται στα περίπου 900 δολάρια το μήνα (χωρίς τη στέγαση). Μάλιστα, οι υψηλές θερμοκρασίες, σε συνδυασμό με τις ακατάπαυστες οικοδομικές δουλειές, στον παλμό της γρήγορης κατασκευής και συντήρησης των υποδομών για το Μουντιάλ, έχουν προκαλέσει σε πολλούς χειρώνακτες εργαζόμενους σοβαρά προβλήματα υγείας, οδηγώντας χιλιάδες στο θάνατο.
Εικόνα 1 «Έχουν υπάρξει 6.750 θάνατοι μεταναστών από τη Νότια Ασία από τότε που το Κατάρ εκλέχτηκε οικοδεσπότης του Παγκόσμιου Κυπέλλου το 2010». Τα δεδομένα είναι ελλιπή, ενώ το Κατάρ επισήμως έχει απαντήσει πως οι θάνατοι στην πλειοψηφία τους προήλθαν από φυσικά αίτια.
Τις απαραίτητες αυτές υποδομές για την πραγματοποίηση ποδοσφαιρικών αγώνων τέτοιου βεληνεκούς το Κατάρ δεν τις διέθετε. Παράλληλα, η θέση του στην ταραγμένη περιοχή του Κόλπου σε μια περίοδο όπου οι περιφερειακές συγκρούσεις, η ισλαμική τρομοκρατία – αλλά και οι φρενήρεις αντιτρομοκρατικές περιφερειακές πρωτοβουλίες – άκμαζαν, δεν το έκαναν να μοιάζει με ενδεδειγμένη επιλογή. Με βάση διεθνείς προδιαγραφές, άλλοι υποψήφιοι διοργανωτές, όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, είχαν περισσότερες πιθανότητες να επιλεγούν. Το συστηματικό λόμπινγκ και οι καμπάνιες δισεκατομμυρίων, όμως, εκ μέρους της ελίτ της χώρας, σε διεθνή φόρα, αλλά και πίσω από κλειστές πόρτες, διεύρυναν την επιρροή του Κατάρ εντός των δικτύων λήψης αποφάσεων στη διεθνή πολιτική. Πληροφορίες για διεφθαρμένους σχεδιασμούς και σκάνδαλα δωροδοκίας προς μέλη της FIFA για ψήφο στο Κατάρ έχουν επίσης διαρρεύσει. Οι δαιδαλώδεις αυτές παρασκηνιακές και μη ενέργειες της κυβέρνησης του Εμίρη Αλ-Θάνι του νεότερου και των συνεργατών της, οδήγησαν στην ακριβότερη διοργάνωση Παγκόσμιου Κυπέλλου, ξεπερνώντας κατά περισσότερα από 200 δις. δολάρια όλες τις προηγούμενες.
Προς τι όμως αυτός ο διακαής πόθος της κυβερνητικής και οικονομικής ελίτ του Κατάρ για διοργάνωση του Μουντιάλ; Η τελευταία πρέπει να ιδωθεί υπό το πρίσμα μιας ευρύτερης εξωτερικής πολιτικής της χώρας από το 2000 κι έπειτα, ειδικά μετά το 2013, όταν ο Εμίρης Ταμίμ μπιν Χαμάντ Αλ-Θάνι ανέλαβε τα ηνία της διακυβέρνησης από τον πατέρα του. Παρά τη μικρή του έκταση και τη στενή στρατηγική συμμαχική σχέση με τις ΗΠΑ, ιδίως μετά την μετάβασή του από βρετανικό προτεκτοράτο σε ανεξάρτητο κυρίαρχο κράτος μόλις το 1971, το Κατάρ έχει καταφέρει να χαράξει μια αυτόνομη εξωτερική πολιτική που στηρίζεται στην εξισορρόπηση και τις πολύπλευρες διαπραγματεύσεις με περιφερειακές δυνάμεις, κρατικές και μη. Η σημαντικότερη σύγκρουση στην εγγύτερη περιοχή είναι εκείνη μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν, έναντι της οποίας το Κατάρ διατηρούσε σταθερά μια διττή στρατηγική. Η αύξηση της εύνοιας προς τα ιρανικά συμφέροντα, όπως για παράδειγμα η στήριξη προς τους Χούθι στην Υεμένη, η στήριξη μη κρατικών ομάδων, όπως οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι και η Χαμάς, αλλά και η κριτική στάση του Al-Jazeera, όξυναν την ένταση μεταξύ Κατάρ και του άξονα Σαουδικής Αραβίας-Αιγύπτου-ΗΑΕ και Μπαχρέιν. Αποκορύφωμα ήταν το εμπάργκο των τελευταίων προς το Κατάρ το 2017 με την κατηγορία πως υποθάλπει τζιχαντιστική τρομοκρατία (την οποία το Κατάρ αρνείται). Σημαντική ήταν η υλική βοήθεια του Ιράν, αλλά και της Τουρκίας. Η βοήθεια της δεύτερης είναι απόρροια της ενεργούς εμπλοκής του Κατάρ στον λιβυκό εμφύλιο εναντίον του Καντάφι και η μετέπειτα στήριξη της επίσημης κυβέρνησης στην Τρίπολη. Το εμπάργκο άρθηκε μόλις πέρυσι, με τα βλέμματα διεθνώς να είναι στραμμένα προς το Κατάρ, εν όψει του Μουντιάλ. Το τελευταίο είναι αναπόσπαστο κομμάτι μιας πολιτικής έξυπνων πρωτοβουλιών σύναψης συνεργασιών με τον ιδιωτικό τομέα και συμμαχιών με κρατικούς εταίρους. Τα ορυκτά καύσιμα που έβαλαν το Κατάρ στο χάρτη τη δεκαετία του ’70 δεν είναι ανεξάντλητα. Αυτό ωθεί την ηγεσία στο να βρει νέους τρόπους διασφάλισης του ισχυρού περιφερειακού και διεθνούς της ρόλου, ψάχνοντας τρόπους μεγιστοποίησης του κεφαλαίου της, μέσα από επενδύσεις και την εδραίωση της επωνυμίας (branding) της χώρας ως αξιόπιστου αγοραστή. Η διοργάνωση του Μουντιάλ είναι μια πρωτοβουλία σε μια σειρά πολλών άλλων. Η Αρχή Επενδύσεων του Κατάρ κατέχει πλήθος βρετανικών εταιριών και ακινήτων, όπως το Χάροντς και το αεροδρόμιο Χίθροου, αυτοκινητοβιομηχανίες και αθλητικούς φορείς, όπως η Παρί σεν Ζερμέν, μεταξύ πολλών άλλων.
Αν και οι προετοιμασίες για τόσο μεγάλες διοργανώσεις όπως το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου ουδέποτε ήταν ευνοϊκές για τους εργάτες που τις πραγματοποιούσαν, η έμφαση στις παραβιάσεις εκ μέρους του Κατάρ έχει ιδιαίτερη χρησιμότητα. Αφενός, στρέφει την προσοχή της διεθνούς κοινής γνώμης σε μια σειρά εσωτερικών ζητημάτων που θίγουν βαθύτατα το μεταναστευτικό και μη πληθυσμό των Μοναρχιών του Κόλπου, όπως τα ΗΑΕ και η Σαουδική Αραβία, παραμερίζοντας την «αμνηστία» που συνηθίζουν να τους παρέχουν τα πλούσια αποθέματά τους σε υδρογονάνθρακες. Αφετέρου, αποτελεί αφορμή για μια πιο λεπτομερή μελέτη των δικτύων συμφερόντων στη διεθνή πολιτική, που ξεπερνούν τα στενά όρια των ρεαλιστικών διεκδικήσεων εθνικού συμφέροντος, αλλά και την ευρύτερη κατανόηση της παρασκηνιακής ροής του χρήματος για την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων.
[1] Το γνωστό και ως σύστημα “kafala”, το οποίο υιοθετείται από τις μοναρχίες του Κόλπου εδώ και δεκαετίες και βάσει του οποίου το κράτος επιτρέπει και προωθεί την πρόσληψη εργατών από άλλες χώρες από ιδιώτες ή εταιρείες χωρίς τη δική του διαμεσολάβηση. Οι ιδιώτες εργοδότες είναι υπεύθυνοι για την εύρεση στέγασης και παροχής βασικών αναγκών στους εργαζομένους τους. Το Κατάρ τελευταία προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις του συστήματος “kafala”, δίχως όμως αυτές να είναι αρκετές για την εξάλειψη αυθαιρεσιών και παραβιάσεων.