Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Οι εορτές του Δωδεκαημέρου είναι πρωτίστως για τα παιδιά, για όλα τα παιδιά του κόσμου, για όλα τα παιδιά της γης… Επιπλέον, είναι τα Χριστούγεννα και για όσους μπορούν συνειδητά, με ακέραια πίστη, να νιώσουν την εσωτερική δύναμη της ενσάρκωσης του Θείου, στο πρόσωπο του Χριστού, για ανάταση προς στον Ύψιστον και Αθέατο κόσμο της αιωνιότητας. Είναι τα Χριστούγεννα και οι γιορτές του Δωδεκαημέρου αν αφήσουμε να γεννηθεί μέσα μας ο Χριστός, σημείο γνώσης και αναγνώρισης του σκοπού, για να κατανοήσουμε την «τραγωδίας της ύπαρξή μας».
Ας αφήσω όμως τα περί πίστης και τα του εσώτερου κόσμου μας πράγματα, κι ας αναφερθώ σ’ ένα πραγματικό γεγονός που συνέβαινε στο Αργοστόλι στα 1900 περίπου και που αφορούσε τα παιδιά της πόλης αυτής κατά την περίοδο των Χριστουγέννων. Εξάλλου, η αγάπη μου για τα παιδιά, στάθηκε ο λόγος που έσυρα στην παρούσα γραφή αυτό το ντοκουμέντο, για να δείξω, το νοήμονα ευεργετικόν άνθρωπο, την ταξική διαφορά που υπήρχε παλιά, την καλή συνεργασία, την αλληλοβοήθεια, τον «αληθινό εθελοντισμό», ενάντια στον επίπλαστο και στον πομπώδη, αλλά και τον φθόνο και την κακότητα που εγείρουν οι καλές πράξεις δημιουργίας.
Η ιστορία που ακολουθεί, και λέω η ιστορία, γιατί είναι πραγματικότητα τα όσα θα ιστορήσω παρακάτω, αφού μας παραδόθηκαν ως είδηση – πληροφόρηση καταγεγραμμένη στο σύγχρονο τύπο της εποχής στο νησί μας κατά το 1900 περίπου.
Υπήρχε στο Αργοστόλι μια αρχόντισσα, μια κυρία της ευγενικής κοινωνίας, ξένη στην καταγωγή, (παντρεμένη με τον Κοντομίχαλο) μα που είχε τη δύναμη να νοήσει και να δει, ότι υπήρχε πριν το 1900 ταξική αισθητή διαφορά μέσα στο κοινωνικό σύνολο της πόλης του Αργοστολίου. Άρχοντες και λαός, πλούσιοι και φτωχοί, χωρικοί και μεγαλοαστοί, ζούσαν σε διαφορετική κοινωνική –οικονομική στάθμη, ενώ γιόρταζαν «από κοινού» τα Χριστούγεννα και τις άλλες γιορτές. Όμως τα Χριστούγεννα, όπως και συνεχίζουν να είναι, είναι πρωτίστως εορτή για τα παιδιά, για την οικογένεια, είναι οι μέρες που τα παιδιά θέλουν τα δώρα τους, να χαρούν, να νοιώσουν πως κάποιος τα σκέφτεται πιο πολύ από τις άλλες μέρες , να χαρούν πως τα υπολογίζουμε δίνοντάς μέσα από την «κίνηση» του δώρου, αγάπη, μια θετική σκέψη, μια προσοχή…
Η αρχόντισσα Κοντομίχαλου, ξένη στην καταγωγή προς το Αργοστόλι, σκέφτηκε πως υπήρχε μια έλλειψη σ’ αυτή την πόλη και πήρε την πρωτοβουλία να συστήσει ένα εργαστήριο (Ouvroir ) στην οικία της, όπου να ενδύονται τα φτωχά και άπορα γυμνά παιδάκια, τις μέρες των Χριστουγέννων.
Η Κοντομίχαλου είχε συστήσει με δικά της έξοδα μια προσωπική φιλανθρωπική «εταιρεία» στην οικία της, όπου κάθε Πέμπτη, μάζευε καμιά 30 κορίτσια των καλύτερων οικογενειών, και με δικά της έξοδα έραβαν ρούχα, φορεματάκια, πουκάμισα, κάλτσες, βρακάκια, σκούφους, και άλλα ρούχα για παιδιά. Πριν έλθουν τα Χριστούγεννα, τα μοίραζε στα άπορα και φτωχά παιδιά του Αργοστολίου. Κάθε παιδί, κορίτσι ή αγόρι έπαιρνε ως δώρο, ολόκληρη ενδυμασία, 2 πουκάμισα, 2 ζεύγη κάλτσες, υποδήματα , σκούφους… Επιπλέον, τα κορίτσια έπαιρναν ποδιές, μεσοφόρια, ασπρόρουχα κι άλλα ρούχα.
Η αρχόντισσα Κοντομίχαλου , πέρα από τη διάθεση της οικίας της, που ολοχρονίς είχε γίνει αληθινό εργαστήρι, πέρα από τις εθελόντριες κοπέλες των πλουσίων που τη βοηθούσαν στον ιερό σκοπό της, κατάφερε με τη σπουδαία πειθώ της, να κάμει τους πλούσιους της πόλης, να γίνουν χορηγοί και να δίνουν σημαντικά ποσά, για να αγοράζονται υποδήματα και υλικά αγαθά, χρήσιμα για τον παιδικό άπορο και φτωχό κόσμο του Αργοστολίου.
Το εγχείρημα της Κοντομίχαλου ξεκίνησε στα 1897 και προόδευσε πολύ καλά, με αύξοντα αριθμό παιδιών κάθε νέα χρονιά. Σώζεται ο αριθμός των ευεργετημένων παιδιών, που δείχνει ακριβώς την απήχηση που είχε το φιλανθρωπικό εργαστήρι της στην πόλη του Αργοστολίου.
Ο τύπος της εποχής (Εφημερίς Αργοστολίου, Αρ. 12, 21-12-1900) μας πληροφορεί, πως, «Η διανομή των φορεμάτων εκάστην παραμονήν των Χριστουγέννων, ελάμβανεν όψιν λαμπράς πανηγύρεως εντός της μεγάλης Αγγλικής Εκκλησίας, όπου το θέαμα των μικρών γυμνών παιδιών ήτο πολύ συγκινητικόν.».
Η Κοντομίχαλου είχε πρακτικό νου, ευελιξία στην επικοινωνίας της και με όμορφους τρόπους κατάφερνε να κάνει ένα φιλάνθρωπο έργο, όπου πολλοί πίστευαν, ότι είχε συστήσει κάποιο επίσημο Σωματείο και που αυτό θα άντεχε στο χρόνο. Επρόκειτο για μια κυρία, η οποία την χαρακτήριζε η αξιοσύνη, η υπομονή, ο στόχος και το ακούραστο μεράκι γι’ αυτό που ήθελε να κάνει. Πάνω από όλα, δεν ήταν συγκεντρωτική προς το άτομό της, αλλά συλλογική στη δράση, γι’ αυτό που ήθελε να δημιουργήσει. Σκοπός της ήταν να σβήσει «τη γύμνια» του Αργοστολιού, που φαινόταν καθημερινά στους δρόμους και στις ρούγες της πόλης, πάνω στα σώματα των φτωχών και άπορων παιδιών.
Στο εργαστήρι της προσφοράς , της Κοντομίχαλου, γινόντουσαν και εισπράξεις προς όφελος του μεγάλου σκοπού. Το 1899 εισπράχτηκαν περίπου 2.500 δραχμές, το 1/3 από αυτές από τους πλούσιους του Αργοστολίου και τα 2/3 από ανθρώπους του εξωτερικού, κι αυτό το ποσό, έπειτα από μεγάλες και κοπιώδεις ενέργειες της σπουδαίας αρχόντισσας.
Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι, «καλοθελητές» όπως τους λέμε και σήμερα, οι οποίοι, για κάθε καλό που γίνεται, ενοχλούνται, είπαν λόγια κακόβουλα και ψεύτικες διαδόσεις για το εργαστήρι, την αρχόντισσα και τα κορίτσια, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν πρόβλημα και άδικη αναστάτωση, παρόλο που υπήρχε διαφάνεια σ’ όλο αυτό το έργο και το αποτέλεσμά του ήταν φανερό και λαμπρό μέσα στην κοινωνία.
Η Κοντομίχαλου παραιτήθηκε από την σπουδαία δράση της, εγκατέλειψε στα 1900 την προσφορά της, λόγω που κατηγορήθηκε άδικα και οι τριάντα περίπου κοπέλες, του καλού κόσμου του Αργοστολιού, δείλιασαν, δεν ανέλαβαν καμμιά ευθύνη και στήριγμα στην «πρωτοπόρα δασκάλα τους», με συνέπεια το εργαστήρι της προσφοράς να διαλυθεί.
Ο τύπος της εποχής γράφει «… Το παράπονο όμως το οποίον θα έχουν εφέτος τα πτωχά γυμνά παιδία ελπίζομεν ότι θα συγκινήση τας τρυφεράς καρδίας των δεσποσυνών του τόπου, και ότι οι δραστηριώτεραι εξ αυτών θα λάβουν την πρωτοβουλίαν προς ανασύστσσιν του ευεργετικού Ouvrior.».
Σήμερα, 121 χρόνια μετά, ζούμε τούτες τις γιορτές και την καθημερινότητά μας, πανελληνίως και παγκοσμίως- «μια γύμνια ψυχική και ψυχαγωγική, αλλά και σωματική, (προσφυγόπουλα, μετανάστες, άποροι, φτωχοί..) -που είναι απόρροια πολλών παραγόντων, όπως : Το ευάλωτο και «πονηρό» παγκόσμιο οικουμενικό σύστημα, η πανδημία του Κορωνοϊού, ο πληθωρισμός, το αβέβαιο της υγείας, η κλιματική αλλαγή, η τρελή φασιστική σκέψη και δράση των Ισχυρών της γης μας, η τεχνολογική εξέλιξη που μάς την «λογίζον» ως κορύφωση πολιτισμού…
Είθε, εμείς που λογιζόμαστε όντα νοήμονα, του Άνω Θρώσκω στα βήματα και στη βλέψη μας, να μεριμνήσουμε με τρόπους σκεφτόμενους της αγάπης για τους «Γυμνούς του Κόσμου»… που είναι κάθε μέρα δίπλα μας. Είθε! οι πράξεις μας να πηγαίνουν προς στο Φως του Καλού!