Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν την άποψη του/της συντάκτη/άκτριας τους χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτή συμπίπτει κατ’ ανάγκη και με την άποψη του kefaloniastatus.gr
Το πέρας μιας καλής τουριστικής περιόδου συνεπάγεται αναγκαία την έναρξη συζήτησης για τα αποτελέσματα που προέκυψαν, τις αδυναμίες που πιθανόν να έγιναν πιο αισθητές, τις δυσκολίες που στάθηκαν ανυπέρβλητες αλλά και τα κενά που παρατηρούνται στο κανονιστικό πλαίσιο της λειτουργίας μιας άκρως ανταγωνιστικής αγοράς, όπως είναι η τουριστική, η οποία κινείται εξαιρετικά γρήγορα και με τους δικούς της συχνά ρυθμούς.
Τόσο οι διεθνείς εξελίξεις στις λεγόμενες τουριστικές τάσεις, όσο και η υγειονομική συγκυρία, αλλά προπάντων ο παράγοντας κλιματική αλλαγή απαρτίζουν ένα δυναμικό μείγμα δεδομένων που θα μας ακολουθεί και θα επηρεάζει τις πολιτικές μας.
Ταυτόχρονα καταδεικνύουν ότι μεταλλάσσονται οι ανάγκες των τουριστών, ενώ αναδεικνύουν τα προβλήματα των δημόσιων και τουριστικών υποδομών σε ό,τι αναφέρεται ως φέρουσα ικανότητα για τον κλάδο.
Πολλά από αυτά που κάνουν τους ανθρώπους του τουρισμού να προβληματίζονται τα συναντούμε σχεδόν σε όλες τις νησιωτικές περιοχές της χώρας μας αλλά και της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η μεγέθυνση της τουριστικής κίνησης όσο και η μεγαλύτερη επιμήκυνσή της δημιουργεί όρους μιας άλλης παράλληλης ανάπτυξης με αυτή της παραδοσιακής φιλοξενίας κλασικών ξενοδοχείων, καταλυμάτων ή ενοικιαζόμενων δωματίων.
Η βραχυχρόνια μίσθωση καταλαμβάνει πλέον και σε αριθμό κλινών μεγάλο κύκλο εργασίας αλλά και σε επίπεδο τουριστικής συνήθειας, όπως μαρτυρά η γιγάντωση των εξειδικευμένων στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, ψηφιακών μέσων που πολλαπλασιάζουν το σύνολο των ακινήτων που έχουν στο δυναμικό τους για την παροχή υπηρεσιών διαμονής.
Στη χώρα μας κινείται πλέον η βραχυχρόνια μίσθωση σε επαγγελματικό πλαίσιο εμφανίζοντας υψηλό τουριστικό ενδιαφέρον.
Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί γιατί σε μια περίοδο που αναζητούνται νέοι τομείς επαγγελματικής απασχόλησης, κάτι τέτοιο που περιγράφουμε ίσως κρίνεται ως προβληματικό.
Ήταν λογικό κι επόμενο η υψηλή κερδοφορία των βραχυχρόνιων μισθώσεων να προκαλέσει τη μετατροπή σε ανάλογο καθεστώς μίσθωσης των κατοικιών, ενώ ακόμα μεγαλύτερο ζήτημα εγείρει από τη στιγμή που ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα των κατοικιών αυτών υπάγονται στην ιδιοκτησία επενδυτικών εταιρειών που καθοδηγούν ως leader σχεδόν όλη την αγορά εκμίσθωσης ακινήτων.
Σήμερα, η κατάσταση διακρίνεται από έναν εξόφθαλμο αθέμιτο ανταγωνισμό αλλά και από την υποβόσκουσα συρρίκνωση οικονομικά προσιτών κατοικιών.
Η πίεση που υφίστανται επιχειρήσεις αλλά κυρίως νοικοκυριά τείνει να καταστεί εκτός ελέγχου. Συνθήκες διαβίωσης υψηλού κόστους αλλά και μια νέα πραγματικότητα αλλάζουν την τοπική φυσιογνωμία κάθε περιοχής. Το ανθρώπινο δικαίωμα στέγασης βρίσκεται σε διακινδύνευση.
Είναι θετικό που αναπαλαιώσεις κτιρίων και σπιτιών λαμβάνουν χώρα ακόμα και σε απομακρυσμένα χωριά της ελληνικής υπαίθρου, όμως είναι εξίσου αρνητικό να καταστήσουν οι νέες συνθήκες, τα αστικά κέντρα και τις πόλεις των τουριστικών μας περιοχών σε έναν απέραντο «ξενοδοχείο» με σοβαρότατες συνέπειες στην ποιότητα ζωής όλων.
Η περιθωριοποίηση ολόκληρων περιοχών είναι πλέον ορατό ενδεχόμενο. Ταυτόχρονα, ας αναλογιστούμε τις επιπτώσεις στη διαμονή και στο κόστος της για εκπαιδευτικούς, φοιτητές, δημοσίους υπαλλήλους, επιστήμονες, νοσοκομειακούς ιατρούς που δραστηριοποιούνται σε τόπους μακριά από την μόνιμη κατοικία τους και πόσο αφόρητα δύσκολη καθίσταται η επιβίωσή τους.
Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας και ο κίνδυνος που εμφιλοχωρεί σε πόλεις ιστορικού χαρακτήρα, όπως της Κέρκυρας, των Χανίων, του Ναυπλίου, της Ρόδου κ.λπ. που κατοικούνται, να καταστούν έρημες τους χειμερινούς μήνες και να μεταβάλλονται σε ένα απέραντο ξενοδοχείο τη θερινή περίοδο. Απαιτείται η αναζήτηση και η εφαρμογή του μέτρου και του σεβασμού των πόλεων αυτών.
Υπό αυτό το πλαίσιο, το ζήτημα των βραχυχρόνιων μισθώσεων καταλήγει σε καθοριστικό διαμορφωτή των προϋποθέσεων της προσφερόμενης αγοράς κατοικίας και επομένως παράγοντα που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη κατά το σχεδιασμό και την εφαρμογή προγραμμάτων ενίσχυσης των όρων στέγασης των πολιτών προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τη σημερινή κρίση.
Όταν ένας εργαζόμενος δίνει ίσο ή και περισσότερο από το μισό του εισοδήματός του για τη στέγασή του, τότε, δεδομένης και της γενικότερης πρωτοφανούς ακρίβειας στα βασικά και όχι μόνον αγαθά αλλά και της ενεργειακής φτώχειας, είναι βέβαιο πως το πρόβλημα μπορεί να γίνει και ακόμα μεγαλύτερο από αυτό που εντοπίζουμε.
Αυτό που χρειαζόμαστε είναι κανόνες στο πεδίο της βραχυχρόνιας μίσθωσης παράλληλα με τη δημιουργία ενός νέου στεγαστικού δυναμικού Προσιτής Οικονομικά Στέγης (Π.Ο.Σ.), όπως ανακοίνωσε ο Αλέξης Τσίπρας. Ένα τέτοιο σχέδιο δεν μπορεί παρά να διασφαλίζει προσιτή κατοικία ιδιαίτερα σε νέα ζευγάρια, παράλληλα με τον εξορθολογισμό της βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Κάτι τέτοιο σημαίνει αρχικά τον περιορισμό των ακινήτων προς χρήση, δηλαδή σε 2-3 ακίνητα ανά ιδιοκτήτη και διαχειριστή και επιπλέον την εφαρμογή μικτής μίσθωσης στις τουριστικές περιοχές όπως 8 ή 9 μήνες ως κατοικία και 3 ή 4 μήνες ως βραχυχρόνια μίσθωση.
Από τη στιγμή που η πλειοψηφία των βραχυχρόνιων μισθώσεων δεν γίνεται από μεμονωμένα ακίνητα αλλά από μεγάλες εταιρείες διαχείρισης ακινήτων, συχνά αλλοδαπές, που κατέχουν ολόκληρες πολυκατοικίες, εκατοντάδες διαμερίσματα, κατοικίες και αυτοτελή δωμάτια είναι αναγκαίο η πολιτεία να επαναπροσδιορίσει τη θέση της ως θεματοφύλακας του δικαιώματος στη στέγη.
Η συζήτηση πρέπει να συνεχιστεί.
Άρθρο του Αλ.Αυλωνίτη στην Εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ»
Ο Αλέξανδρος Αυλωνίτης είναι δικηγόρος, Βουλευτής Κέρκυρας και Αναπληρωτής Τομεάρχης Τουρισμού του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.