Εικόνα: Η Στεφανία Βεργωτή μαζί με την επιστήθια φίλη της Μαρία ντε Ροζάριο στα τραπεζάκια του farm out.
Φαντάζει απίστευτο αλλά είναι, δυστυχώς, αλήθεια πως σήμερα συμπληρώνονται έξι χρόνια από τη μεγάλη απώλεια της Στεφανίας Ολίβιας Βεργωτή. Η θύμησή της και οι αναμνήσεις μας δεν αναβιώνουν μόνο αυτήν την αποφράδα ημέρα της 17ης Αυγούστου του 2018. Τη Στεφανία τη σκεπτόμαστε και τη μνημονεύουμε στην καθημερινότητά μας, διότι ήταν τέτοιο το αποτύπωμα που άφησε στη ζωή και στις καρδιές μας, που δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.
Γραφή επιλογή μας για σήμερα είναι η παράθεση ενός αληθινού περιστατικού που έλαβε χώρα στη μικρή όαση της πόλης μας, που είχε δημιουργήσει η Στεφανία με τον Σταύρο, στο farm out. Αναφέρουμε ένα κατάστημα ως «μικρή όαση» διότι δεν ήταν απλώς ένα στείρο μαγαζί εμπορίου λιανικής. Όχι, ήταν κάτι πολύ περισσότερο απ’ αυτό. Ήταν μία γωνία συνάντησης. Ένα σταυροδρόμι ανθρώπων και ιδεών. Μία δυνατότητα σε όλους να φέρουν στην καθημερινότητά τους προϊόντα βιοδυναμικών και ανόθευτων καλλιεργειών από τα εύφορα κτήματα της Λειβαθούς. Ήταν μία ιδεολογική τοποθέτηση. Εκεί λοιπόν, σύχναζε μεταξύ άλλων και ο συμπολίτης μας Στάθης Γαλιατσάτος, ο οποίος εργαζόταν στην καθαριότητα του Δήμου και όλοι τον γνωρίζουν από το πρόβλημα στην ομιλία του.
Εκείνο το απόγευμα ο Στάθης καθόταν στα τραπεζάκια του farm out και απολάμβανε ένα ποτήρι κρασί που ήταν πάντα κερασμένο. Η Στεφανία ήταν με τα κλειδιά στο χέρι και ετοιμαζόταν να φύγει για το σπίτι της όταν στο μαγαζί έφτασε μία παρέα μικρών και ανήλικων Ρομά. Ζήτησαν χρήματα από τη Στεφανία αλλά εκείνη τους είπε ότι, επειδή ήταν πολύ μικρά σε ηλικία, δεν μπορούσε να τους δώσει. Τους ρώτησε, όμως, αν πεινούσαν και τα παιδιά της απάντησαν καταφατικά. Ευθύς αμέσως η Στεφανία πετάει τα κλειδιά στην άκρη και μπαίνει μες την κουζίνα να τους ετοιμάσει φαγητό. Δεν είπε στην υπάλληλό της να το κάνει, όπως κάλλιστα θα μπορούσε, αλλά ανέλαβε η ίδια να μαγειρέψει…
Ενώ η Στεφανία διάλεγε ό,τι καλύτερο για να ετοιμάσει στα παιδιά, οι κάμερες παρακολούθησης του καταστήματος κατέγραψαν ένα απίθανο περιστατικό που υπέπεσε στην αντίληψή μας. Τα παιδιά κατάλαβαν την αναπηρία του Στάθη και ξεκίνησαν να τον κοροϊδεύουν. Η κόκκινη γραμμή ξεπεράστηκε όταν ένα από τα παιδιά του έδειχνε, υποτίθεται, κάτι στο λιμάνι προκειμένου το αδελφάκι του να φτύσει μέσα στο ποτήρι με το κρασί του Στάθη… Αυτό το συμβάν έκανε έξω φρενών τη Στεφανία, ίσως να ήταν και η μοναδική φορά που να την είδαμε έτσι, η οποία βγήκε αμέσως έξω και μάλωσε τα παιδιά. Τους είπε ότι ο Στάθης ήταν συμμαθητής και παλιός της φίλος και ότι δεν ανέχεται από κανέναν να του συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο. Τα παιδιά έφυγαν σα βρεγμένες γάτες και ούτε που έβγαλαν τσιμουδιά… Σε άλλες περιπτώσεις ήταν βέβαιο πως θα συνέχιζαν τις κοροϊδίες φεύγοντας, αλλά όχι αυτήν τη φορά.
Η Στεφανία, μετά από λίγες στιγμές αναστάτωσης, έκατσε στα πολύχρωμα τραπεζάκια του farm out και άνοιξε τσιγάρο. «Μήπως ήμουν πολύ αυστηρή μαζί τους; Αλλά όχι να κάνουν και τέτοιο πράγμα στον Στάθη ρε γαμώτο… Ο Στάθης είναι φίλος μου, δεν του αξίζει αυτή η συμπεριφορά… Μα γιατί να κάνουν κάτι τέτοιο; Μήπως να πάω να τα βρω και να τα φέρω πίσω; Ήταν σωστό αυτό το παράδειγμα που τους έδωσα;».
Αγαπητή μας Στεφανία, με την υπέροχη καρδιά και την καλοσύνη στα μάτια σου, μπορεί εκείνη την ημέρα να μην έδωσες υλική τροφή στα δυστυχισμένα παιδιά, αλλά τους έδωσες την υπέρτατη πνευματική τροφή που θα μπορούσες! Τους έδωσες το παράδειγμα των αρχών που σε χαρακτήριζαν και των αξιών για τις οποίες πάλευες όλη σου τη ζωή. Σε κανέναν βωμό δε θα μπορούσε ποτέ να θυσιαστεί η Ανθρωπιά σου, η πίστη σου στη Φιλία, η έμφυτη Αλληλεγγύη σου για τους καταφρονεμένους και η ακέραια Αξιοπρέπειά σου.
Διότι αυτές οι αρχές και οι αξίες που υπηρέτησες και φώτισες με τη στάση ζωής σου, είναι αθάνατες όπως αθάνατη θα είσαι πάντοτε κι εσύ στις καρδιές και στις ψυχές όλων μας. Στεφανία θα είσαι πάντοτε ένας Φάρος στις ζωές μας. Το Φως σου θα μας οδηγεί πάντοτε μακριά από τα βράχια της μισαλλοδοξίας, του φανατισμού και της απανθρωπιάς και κοντά στην Αγάπη, την Προσφορά και την Καλοσύνη. Ωστόσο, πάντοτε θα μας λείπεις κιόλας. Τόσο πολύ…
Γιάννης Βαρούχας