Κυριακή 5 Μαΐου 2024
21.5 C
Argostoli

kefaloniastatus@gmail.com

Εφημερεύοντα Φαρμακεία

spot_img

ΜΕΝΟΥ / ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Τα κορόμηλα | Αρετή Γραμμόζη Παπαδημάτου

Εικόνα άρθρου: Jerry Apostolatos.

Μα τι να ακούσει και τι την ενδιέφεραν άλλωστε οι κουβέντες των μεγάλων την Ευγενία; Πόσο βαριόταν στο σπίτι της κυρίας που είχαν πάει επίσκεψη με τη γιαγιά της; Από το παράθυρο του οντά του σπιτιού κοίταζε όλο έξω. Άπλωνε το βλέμμα της πότε προς τον κάμπο της μικρής επαρχιακής πόλης που έμεναν και πότε προς τον ορεινό όγκο που δέσποζε πάνω από την χαράδρα που τη διέσχιζε το βοερό ποτάμι. Η κυρία του σπιτιού είτε γιατί κατάλαβε ότι βαριόταν, είτε γιατί ήθελαν να πουν κάτι το ιδιαίτερο με τη γιαγιά της, την προέτρεψε να βγει έξω στην αυλή.

  • Άντε Ευγενία μου, πήγαινε έξω και πρόσεχε να μη πέσεις πουθενά, πρόσθεσε και η γιαγιά της.

    Άλλο που δεν ήθελε η Ευγενία, βγήκε γρήγορα έξω, χαρούμενη επιτέλους που θα γλύτωνε από τις ανιαρές συζητήσεις των μεγάλων.

    Σε μια γωνιά της μεγάλης αυλής, διέκρινε μια κατασκευή με κοτόσυρμα και τσίγκινη σκεπή. Η περιέργεια και η βεβαιότητα ότι σίγουρα κάποια ζωάκια θα υπήρχαν εκεί, οδήγησαν τα βήματά της εκεί. Τα κουνελάκια τρομαγμένα μόλις αντιλήφθηκαν την παρουσία της, κρύφτηκαν στο ξύλινο κλουβί που υπήρχε σε μια γωνιά της κατασκευής. Αποφάσισε να περιμένει υπομονετικά μέχρι να σκάσουν μύτη.
  • Ε! Ευγενούλα, σήκωσε το φόρεμά σου, άκουσε κάποια στιγμή μια γυναικεία φωνή.
    Κοίταξε γύρω – γύρω τρομαγμένη να εντοπίσει από που έρχεται η φωνή.
  • Εδώ πάνω στην κορομηλιά είμαι, συνέχισε η φωνή.
    Είδε την κορομηλιά που ήταν στην άκρη της αυλής του διπλανού σπιτιού. Έριξε το βλέμμα της στα κλαδιά της κορομηλιάς και είδε την κυρία που της έκανε νόημα ότι θέλει να της πετάξει κορόμηλα.
Είδε την κορομηλιά που ήταν στην άκρη της αυλής του διπλανού σπιτιού.
  • Έλα μη ντρέπεσαι, σήκωσε το φόρεμά σου να σου ρίχνω κορόμηλα.

    Δυο τρία κορόμηλα προσγειώθηκαν κοντά της. Κατάλαβε ότι δε της έλεγε ψέματα.
    Σήκωσε αποφασιστικά το φόρεμά της, πλησίασε κοντά στην κορομηλιά. Τα κορόμηλα έπεφταν με ακρίβεια στο σηκωμένο φόρεμά της.
  • Σας ευχαριστώ πολύ κυρία. Είσαστε πολύ καλή, είπε η Ευγενία χαρούμενη.
  • Ευγενούλα μου, θα σε παρακαλέσω να με λες θεία, άκουσε την άγνωστη κυρία να της λέει.
  • Αλήθεια πως ξέρετε το όνομά μου και γιατί να σας λέω θεία, τη ρώτησε η Ευγενία κάπως σαστισμένη.
  • Γιατί είμαι θεία σου και γιατί σ’ αγαπώ.
    Δεν πρόλαβε να πει κάτι η απορημένη Ευγενία, γιατί η άγνωστη κυρία κατέβηκε από την κορομηλιά και έφυγε σχεδόν τρέχοντας.
    Τρέχοντας μπήκε στο σπίτι και φώναξε στη γιαγιά της δείχνοντας το γεμάτο φόρεμά της.
  • Μου τα πέταξε μια κυρία που με φώναξε με το όνομά μου και μου είπε ότι είναι θεία μου και ότι με αγαπάει.
    Η γιαγιά της άλλαξε χίλια χρώματα και βάρυνε η έκφρασή της.
  • Με παρακάλεσε να τη φωνάζω θεία, συνέχισε η Ευγενία.
  • Ποια είναι;
  • Θεία σου είναι! Η άλλη αδελφή της μαμάς σου και όταν συναντάς στο δρόμο να τη λες θεία, της είπε η γιαγιά της με λυγμούς.
  • Θεία μου; μα πως; γιατί δε την ξέρω;
  • Μη ρωτάς πολλά, αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να σου απαντήσω, της απάντησε η γιαγιά της, ενώ τα δάκρυα αυλάκωναν τα μάγουλά της.

    Έκατσαν ακόμη λίγο στο ξένο σπίτι, μέχρι να συνέλθει η γιαγιά και να ακούσει τα παρήγορα λόγια της κυρίας του σπιτιού που της έδινε κουράγιο και της έλεγε πως κάποτε πρέπει να δοθεί τέλος σ’ αυτή την κατάσταση.

    Δεν πρόλαβαν να απομακρυνθούν πολύ από το σπίτι. Σε κάποια γωνία του δρόμου είδε τη φιγούρα της καινούργιας θεία της.

    Όλα έγιναν τόσα γρήγορα! Ξαφνικά είδε δυο φιγούρες να αγκαλιάζονται και άκουσε τη φωνή της γιαγιάς της
  • Ψυχή μου, μάτια μου!
    Και τη φωνή της μέχρι τότε άγνωστης θεία της:
  • Μάννα!

    Πέρασαν κάποια χρόνια για να μάθει η Ευγενία, τι ήταν αυτό που έκανε την μάννα και την κόρη να είναι παρεξηγημένες και απόμακρες για μερικά χρόνια.

    Ο χωρίς την άδεια της μάννας της γάμος της θείας της – κοινώς κλέφτηκε με τον άνδρα της – ήταν η αιτία της απομάκρυνσης και της παρεξήγησης. Μια απομάκρυνση που συναισθηματικά πλήγωσε και τις δύο και τους γύρω τους. Ένας πληγωμένος εγωϊσμός! Ένας εγωϊσμός που νικήθηκε από μια αγκαλιά κορόμηλα.

    Αρετή Γραμμόζη – Παπαδημάτου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ