Η τούρκικη σημαία στον Πενταδάκτυλο
Φωτογραφίες: Διονύσης Π. Γασπαρινάτος
Κείμενο: Αγγελική Γασπαρινάτου
Τα ταξίδια είναι δυο ειδών. Αυτά στα οποία επιζητείς να δεις τα τουριστικά προβεβλημένα σημεία και τα … άλλα. Εκείνα, που έχεις τη δυνατότητα, αν βοηθήσει και η τύχη, να ανασάνεις την αύρα, τις μυρουδιές του τόπου, να αισθανθείς τη καθημερινότητα, τη χαρά, τον πόνο, την αγωνία του ντόπιου.
Την Κύπρο την επισκέφτηκα για πρώτη φορά το 1998. Με ισχνή μάλλον ανάπτυξη τότε, δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί στα μάτια μου τα ελληνικά νησιά. Έμοιαζε με την Ελλάδα των προηγούμενων χρόνων. Συγχρόνως δεν διέθετε ούτετη μαγεία της Ανατολής, ούτε τη φινέτσα της Δύσης.
Βρέθηκα ξανά εκεί μετά από πολλά χρόνια, ακολουθώντας μια ντόπια χορωδία, σε ένα ταξίδι που με σημάδεψε, σε ένα οδοιπορικό που με ταξίδεψε στο πόνο και την Ιστορία…
Νοέμβριος 2014. Λευκωσία. Φτάσαμε σούρουπο. Μια ώρα αργότερα μας περίμεναν σε μια παραδοσιακή ταβέρνα.
Χορωδία: Η φωνή της Κυρήνειας. Όλα τα μέλη πρόσφυγες από τα κατεχόμενα! Άνδρες και γυναίκες σκορπισμένοι ήδη στα τραπέζια, μας “ανάγκασαν” να καθίσουμε ανάμεσα τους. Η αρχική αμηχανία γρήγορα υποχώρησε, όταν σερβιρίστηκαν οι πρώτοι από τους πάμπολλους νόστιμους μεζέδες και το ντόπιο κρασί. Φιλοξενία θαυμαστή!
Θες η κοινή γλώσσα, θες η προθυμία να μας πουν τον πόνο τους, θες ένα ενορχηστρωμένο σχέδιο.. οι καρδιές άνοιξαν… Αυτοί οι άνθρωποι έζησαν την τουρκική εισβολή το 74… Ξέρουν, έχουν άποψη… Δειλά στην αρχή, με θράσος στη συνέχεια, βρέθηκα να θέτω ερωτήσεις, σαν τον δημοσιογράφο που βρίσκει ανέλπιστα αυτόπτη μάρτυρα. Οι απέναντι μου πρόθυμοι να απαντήσουν, να εξηγήσουν, να σχολιάσουν…
Η Τιτίνα Λουϊζίδου δείχνει στο χάρτη τα κατεχόμενα
-Πως φύγατε; Που πήγατε; Τι πήρατε μαζί σας; Ποιος σας καθοδηγούσε;
-Με τα πόδια, φοβισμένοι..
– Χωρίς να ξέρουμε που πάμε…
-Χωρίς πληροφόρηση…
– Από ένα ραδιοφωνάκι, που και που μαθαίναμε κάτι…
-Κάποιοι μείνανε πίσω..
– Τούρκοι χωριανοί μας μας παρότρυναν να φύγουμε…
– Κινδυνεύετε, είπαν …
-Οι Τούρκοι μας αγαπούσαν και τους αγαπούσαμε, δεν είχαμε προβλήματα….
-Δεν πήραμε τίποτα μαζί μας…
– Δεν ξέραμε ότι δεν θα γυρίσουμε…
-Εγώ έφυγα με μια βερμούδα και σαγιονάρες, κρατώντας τέσσερα μικρά παιδιά από το χέρι….
-Κρυβόμασταν κάτω από ελιές…
– Ακούγαμε πυροβολισμούς μες στο σκοτάδι…. κοντά μας…..
-Φταίτε όμως και σεις … μας προδώσατε..
Το χωρίς εδαφική υπόσταση σήμερα Δημαρχείο της Κερύνειας
Απέναντι μου τρεις άντρες και δυο γυναίκες. Τα πρόσωπα είχαν χάσει το χαμόγελο. Αδρά, πονεμένα, οι ρυτίδες να χαράσσουν τα μέτωπα…
-Και μετά το 2003, όταν πια ήταν εφικτό, πήγατε να δείτε τα μέρη σας; Πως ήταν; Τι είδατε; Πως νιώσατε;
-Βρήκα το σπίτι μας κακοαλλαγμένο… τρεις μήνες το είχαμε κατοικήσει… μια γυναίκα και ο γιος της… φερμένοι από την Ανατολία… μου άνοιξαν τη πόρτα… με κέρασαν καφέ… ένα μήνα έκλαιγα χωμένη στο κρεββάτι μου…
-Κι εγώ ένα μήνα ήμουν άρρωστος….
-Κι εσείς κύριε Γιώργο, ρώτησα ένα δάσκαλο απέναντι μου.
– Εγώ ποτέ δεν θα υπογράψω, για να μου επιτρέψει ο Τούρκος, να πάω στα χώματα που κείτεται η γενιά μου…
Ο Τύμβος της Μακεδονίτισσας
-Το βλέπεις εκείνο το κυκλάμινο, μου είπε μια μεγαλύτερη κυρία, δείχνοντας μου μια γλάστρα πάνω σε ένα τραπέζι. Από την αλτάνα μου στη Κερύνεια το ξερίζωσα όταν πήγα, έχωσα τα νύχια μου στο χώμα και το πήρα μαζί μου… εγώ το είχα φυτέψει.. εμένα δεν με καλοδέχτηκαν… το σπίτι είναι δικό μας τώρα, είπαν…
-Και τώρα τι γίνεται; Η νέα γενιά θα συνεχίσει να διεκδικεί;
-Η νέα γενιά γεννήθηκε εδώ, δεν την συνδέει σχεδόν τίποτα με τα χώματα μας στα κατεχόμενα…
– Αν φύγουμε εμείς, τέλειωσαν όλα…
– Ίσως ενδιαφερθούν για τις αποζημιώσεις …
Ο εθνικισμός πάντα με απωθούσε. Τι θα πει Έλληνας, τι Τούρκος. Το δράμα τους όμως, έχει άλλη όψη. Ο πόλεμος, η αδικία, ο ξεριζωμός… Η εστία ήταν από την αρχαιότητα ιερή κι αυτοί οι άνθρωποι θρηνούν για τις εστίες τους.
Την άλλη μέρα όλα με εγγίζουν διαφορετικά. Τα εγκαταλελειμμένα ξεχαρβαλωμένα σπίτια στη πράσινη γραμμή, τα τουρκικά φυλάκια, τα χωμάτινα αναχώματα, οι αποκλεισμένοι δρόμοι που χωρίζουν τη Λευκωσία στα δυο και η θλιβερή ανάγλυφη τουρκική σημαία στον Πενταδάκτυλο, που σε κυνηγάει όπου και να σταθείς, ματώνουν και τη δική μου ψυχή. Σε ένα βράδυ αγάπησα αυτόν το λαό, τον πόνεσα…
Φυλάκια και αναχώματα στην πράσινη γραμμή
Και καθώς η μέρα προχωρούσε, ο πόνος να πλαταίνει… Η Τιτίνα Λουιζίδου, η πρώτη Κύπρια που κέρδισετην περιουσία της αλλά και αποζημίωση γι’ αυτήν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, να μιλά συνεχώς :
-Εδώ έπεσαν ο Σολωμός Σολωμού και ο Τάσος Ισαάκ τον Αύγουστο του 1996.
-Αυτή η φυλακή, περικλείει τα Φυλακισμένα μνήματα. Εδώ κείτονται από το 56 και το 57, ο Αυξεντίου, ο Δημητρίου, ο Καραολής, ο Παλληκαρίδης. Δεκαεννιά χρονών ήταν και δεν του έδωσαν χάρη ! Να τα κελιά τους, να η αγχόνη, να η κουκούλα, να η τάφρος. Μια Αγγλίδα που μας συνοδεύει, κλαίει…
-Και τώρα περάσαμε σε αγγλικό έδαφος!
-Αγγλικό; από πότε;
-Από το 1960 που υπογράφηκε η συμφωνία για την ανεξαρτησία της Κύπρου! Με στρατιωτική βάση, με δική του Διοίκηση, δική του Αστυνομία, Νοσοκομεία, Σχολεία, δικά του Δικαστήρια που δικάζουν σύμφωνα με τους αγγλικούς νόμους! Να και οι μονοκατοικίες των Άγγλων στρατιωτικών στην πλαγιά!
Κάθε περιοχή και ένα χαστούκι στην αμάθεια μου! Εγγλέζοι, Αμερικάνοι, Έλληνες, Τούρκοι, χρόνια τώρα διαφεντεύουν την τύχη αυτού του νησιού. Κι αυτοί οι άνθρωποι αγωνίζονται χρόνια πολλά, αβοήθητοι. Το καλό τους βιοτικό επίπεδο είναι μια βιτρίνα που κρύβει ανασφάλεια και βαθύ πόνο…
Τα φυλακισμένα μνήματα
***********
Τα μάτια βουρκώνουν συχνά, από τότε. Θυμάμαι ακόμα το κυκλικό έμβλημα του Δήμου Καραβά – Δήμος των κατεχομένων, υπαρκτός σήμερα, χωρίς εδαφική υπόσταση- ένα κυκλάμινο και δυο λόγια “στόχος η επιστροφή”…
Και πάντα, μου ’ρχεται στο νου ένα λυπητερό τραγούδι που άκουσα εκείνη τη βραδιά, στη κοινή μας συναυλία.
Θα ανάψω απόψε ένα κερί
Με μουσική λυπητερή, Κερύνεια μου
Να ’ρθει το φως και να με βρει
Ν΄ ανοίξει η μνήμη τη πληγή, Κερύνεια μου…
Θα μπω με ένα παλιό βιολί
Μες του σπιτιού μου την αυλή, Κερύνεια μου
Θα σε χορέψω μια στροφή
Σαν άντρας που ‘χει τρελαθεί, Κερύνεια μου…
Αγγελική Γασπαρινάτου
Η κρεμάλα
Η κουκούλα