Δευτέρα 6 Μαΐου 2024
19.3 C
Argostoli

kefaloniastatus@gmail.com

Εφημερεύοντα Φαρμακεία

spot_img

ΜΕΝΟΥ / ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Έμφυλα ζητήματα στην ελληνική δημοσιογραφία

Ανάλυση του Χρήστου Κωστόπουλου, Λέκτορα Μαζικής Επικοινωνίας, Curtin University Malaysia – Το κείμενο περιλαμβάνεται στην έκδοση «Ας μιλήσουμε για τα ΜΜΕ #4 – Eλληνικό #ΜeToo & δημόσιος λόγος» που δημοσιεύει η ομάδα Media Jokers σε συνεργασία με το ΕΝΑ → 

Το παρόν κείμενο επιχειρεί μια επισκόπηση της θέσης των γυναικών δημοσιογράφων στα ελληνικά ΜΜΕ, καθώς και στην αντιπροσώπευση διαφορετικών φωνών στο περιεχόμενό τους. Η πρόσφατη έρευνα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, στο πλαίσιο του Media Democracy Monitor 2020 του Euromedia Group (Papathanassopoulos et al, 2021), φέρνει στο φως μια σειρά ανησυχητικών ευρημάτων για τη συνεισφορά της δημοσιογραφίας στη δημοκρατία στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στον απόηχο της κρίσης χρέους, καθώς και της πανδημίας. Αρκετά από αυτά τα ευρήματα έχουν να κάνουν με τη θέση της γυναίκας στην ελληνική δημοσιογραφία και διάφορους συστημικούς παράγοντες που συνεισφέρουν στην ένταση των έμφυλων ανισοτήτων που προϋπήρχαν στο τοπίο των κυρίαρχων ελληνικών ΜΜΕ.

Η αντίληψη των έμφυλων ανισοτήτων στα ΜΜΕ από τους ίδιους τους δημοσιογράφους διαφέρει βάσει του φύλου του δημοσιογράφου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι άνδρες δημοσιογράφοι δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη ανισοτήτων σε σχέση με τις γυναίκες συναδέλφους τους, ενώ κάποιοι από αυτούς μάλιστα δηλώνουν ότι οι γυναίκες δημοσιογράφοι είναι πιο προνομιούχες από τους άνδρες. Ωστόσο, οι γυναίκες δημοσιογράφοι περιγράφουν μια πολύ διαφορετική πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα στην οποία, παρόλο που γυναίκες δημοσιογράφοι προσλαμβάνονται μαζικά, δεν προωθούνται αντίστοιχα σε ανώτερες διοικητικές θέσεις, ενώ υπάρχουν και σημαντικές ανισότητες στις απολαβές τους.

Μια σειρά θεμάτων φύλου απασχολεί την ελληνική δημοσιογραφία, είτε αυτά αναγνωρίζονται από τους ίδιους τους δημοσιογράφους  είτε όχι. Τα θέματα αυτά σχετίζονται άμεσα με την ίδια τη δημοσιογραφική κουλτούρα της χώρας, η οποία χαρακτηρίζεται από την έλλειψη επίσημων κανόνων και δομών. Για παράδειγμα, η ελληνική δημοσιογραφία δεν διαθέτει πρόβλεψη επίσημων κανόνων για την υποστήριξη ή την προώθηση της καριέρας γυναικών δημοσιογράφων, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν γόνιμο έδαφος για την πρόσβασή τους σε διοικητικές θέσεις. Επιπροσθέτως, υπάρχει παντελής έλλειψη οποιασδήποτε μορφής αξιολόγησης της συμμετοχής των γυναικών δημοσιογράφων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων εντός των οργανισμών ΜΜΕ στους οποίους και εργάζονται. Φυσικά, αυτό το φαινόμενο δεν απασχολεί αποκλειστικά τις γυναίκες δημοσιογράφους, αλλά πηγάζει από τη γενικότερη παράδοση της ελληνικής δημοσιογραφίας, η οποία δεν στηρίζεται σε επίσημους κανόνες και διαδικασίες, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Μια παράδοση η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική δημοσιογραφία δεν έχει αναπτυχθεί ως ένας αυτόνομος θεσμός που διαχωρίζεται από άλλους θεσμούς και διαθέτει ένα ξεκάθαρο πλαίσιο επαγγελματικών αξιών και πρακτικών (Hallin & Papathanassopoulos, 2002).

Ωστόσο, το αποτέλεσμα αυτών των πρακτικών είναι η δημιουργία ενός παράδοξου φαινομένου. Παρόλο που οι γυναίκες φοιτήτριες δημοσιογραφίας είναι πολύ περισσότερες από τους άνδρες στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας και αντίστοιχα οι προσλήψεις γυναικών δημοσιογράφων από τα ΜΜΕ αποτελούν την πλειονότητα, ο αριθμός γυναικών που βρίσκονται σε ανώτερες διοικητικές θέσεις στους οργανισμούς ΜΜΕ της χώρας δεν αντικατοπτρίζει αυτή την πραγματικότητα. Αν και υπάρχουν γυναίκες που, είτε παλαιότερα είτε τώρα ασκούν τη δημοσιογραφία από διοικητικές θέσεις ή θέσεις αρχισυνταξίας, αυτές οι περιπτώσεις αποτελούν μάλλον την εξαίρεση παρά τον κανόνα της ελληνικής δημοσιογραφίας. Μία από τις αρχισυντάκτριες ελληνικού Μέσου αναφέρει στο Media Democracy Monitor 2020 (Papathanassopoulos et al, 2021), ότι μια γυναίκα στη δημοσιογραφία πρέπει να αποδείξει πολύ περισσότερο την αξία της από έναν άνδρα της ίδιας θέσης, ενώ αναφέρει ότι το 2019 δεν υπήρχε ούτε μία γυναίκα διευθύντρια σε κανέναν οργανισμό ΜΜΕ στην Ελλάδα. Το κυριότερο πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι τα ελληνικά ΜΜΕ δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη και την επιμονή αυτών των έμφυλων θεμάτων και ως εκ τούτου δεν έχουν θεσπίσει κανόνες για την αντιμετώπισή τους.

Παρόμοια έλλειψη επίσημων κανόνων εμφανίζεται και στο ζήτημα της ισότητας των φύλων στο ίδιο το δημοσιογραφικό έργο και ιδιαίτερα στην επιλογή πηγών στο ρεπορτάζ. Η επιλογή των πηγών γίνεται κατά βούληση και ο κάθε δημοσιογράφος αποφασίζει εάν θα γίνει σεβαστή η ισορροπία εκπροσώπησης μεταξύ των δυο φύλων. Στους μεγαλύτερους δημοσιογραφικούς οργανισμούς της χώρας υπάρχει έλλειψη μιας κουλτούρας που θα διαφύλαττε την έμφυλη ισορροπία στο περιεχόμενο που παράγουν και αυτό αντικατοπτρίζεται στην έλλειψη επίσημων κανόνων σχετικά με την ισορροπία των δυο φύλων ως πηγές του ρεπορτάζ. Αυτή η ισορροπία είναι καίριας σημασίας, εάν τα ΜΜΕ επιθυμούν να μεταφέρουν μια αντιπροσωπευτική εικόνα της κοινωνίας και του πλουραλισμού φωνών που ενυπάρχουν σε αυτήν και η έλλειψη οποιασδήποτε μορφής εκπαίδευσης του δημοσιογραφικού δυναμικού σε τέτοια ζητήματα είναι ενδεικτική ενός ευρύτερου προβλήματος των ελληνικών ΜΜΕ.

Συγκεκριμένα, όπως αναλύθηκε και στο προηγούμενο άρθρο για την πανδημία, τα ελληνικά κυρίαρχα ΜΜΕ δεν επιθυμούν να αποτυπώσουν πιστά την κοινωνική πραγματικότητα βάσει σχεδιασμού, καθώς επιτελούν τον ρόλο εργαλειοποίησης που επιθυμούν οι ιδιοκτήτες τους και όχι τον ευρύτερο κανονιστικό ρόλο που θα έπρεπε να έχουν. Επομένως, η έλλειψη συνείδησης στα mainstream ΜΜΕ για την ανάγκη ισόρροπης αντιπροσώπευσης έμφυλων φωνών στο ρεπορτάζ δεν πρέπει να αποτελεί μεγάλη έκπληξη, τη στιγμή που η απεικόνιση μιας αντιπροσωπευτικής πραγματικότητας δεν αποτελεί αντικειμενικό στόχο των ελληνικών κυρίαρχων ΜΜΕ. Το ελληνικό μιντιακό τοπίο ούτως ή άλλως δεν παρουσιάζει πολλά παραδείγματα, ή κάποιες ιδιαίτερες προσπάθειες για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που προκύπτουν από την ισορροπία των φύλων στο περιεχόμενό του ή στη συμπερίληψη ποικίλων φωνών. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες ή κωδικοποιημένες πρακτικές και δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη εξέταση σε αυτά τα ζητήματα όταν αναλαμβάνει ένας δημοσιογράφος κάποιο ρεπορτάζ. Η μοναδική περίπτωση που αυτό συμβαίνει, όπως περιέγραψαν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι που συμμετείχαν στην έρευνα, αφορούσε κάποιους οργανισμούς ΜΜΕ στους οποίους υπήρχε μια αντίληψη ότι κάποια θέματα είναι πιο σχετικά με τις γυναίκες από κάποια άλλα. Μια αντίληψη η οποία εκ των πραγμάτων μπορεί να είναι σεξιστική και πεπαλαιωμένη, όταν ως «γυναικεία» ζητήματα αντιμετωπίζονται ως επί το πλείστον θέματα που εμπίπτουν στα λεγόμενα «soft news».

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει αξία στο να συμπεριληφθεί και μια κριτική στην ίδια τη θεώρηση των έμφυλων ζητημάτων ως θεμάτων αντιπροσώπευσης των γυναικών στα υψηλότερα κλιμάκια της δημοσιογραφικής εξουσίας και εκπροσώπησης ποικίλων φωνών στο περιεχόμενο των ΜΜΕ. Σαφώς και είναι καίριας σημασίας για τη δημοκρατία να υπάρχει ισόρροπη αντιπροσώπευση των φύλων σε θέσεις εξουσίας και στην ίδια την απεικόνιση της κοινωνικής πραγματικότητας, ωστόσο το ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης δεν τελειώνει εκεί. Οι πατριαρχικές δομές, σύμφυτες με τον ίδιο τον καπιταλισμό, παραμένουν άθικτες εάν η κριτική τελειώσει σε αυτά τα ζητήματα. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα γυναικών που αναρριχήθηκαν στις υψηλότερες θέσεις της εξουσίας, όχι μόνο της δημοσιογραφικής αλλά και της πολιτικής, που δεν προώθησαν την υπόθεση του φεμινισμού, πολλές φορές αναπαράγοντας και οι ίδιες την πατριαρχική εξουσία και την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Η συμπερίληψη ποικίλων φωνών και πηγών στη δημοσιογραφική έρευνα δεν μπορεί από μόνη της να εκδημοκρατίσει τη λειτουργία των ΜΜΕ. Επομένως, αν και είναι σημαντικό να μπουν αυτά τα ζητήματα στην ατζέντα, ούτως ώστε να ξεκινήσει η συζήτηση για τις έμφυλες διαφορές στη δημοσιογραφία, το μεγάλο ζήτημα παραμένει η συστημική αντιμετώπιση των πατριαρχικών δομών και η τελική τους αποδόμηση.

Παραπομπές:

Hallin, D.C. & Papathanassopoulos, S. 2002, “Political clientelism and the media: southern Europe and Latin America in comparative perspective”, Media, Culture & Society, vol. 24, no. 2, pp. 175-195.

Papathanassopoulos, S., Karadimitriou, A., Kostopoulos, C. & Archontaki, I. 2021, “Greece: Media concen­tration and independent journalism between austerity and digital disruption” in The Media for Democracy Monitor 2021: How leading news media survive digital transformation , eds. J. Trappel & T. Tomaz, Nordicom, Gothenburg.

ΠΗΓΗΕΝΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ