Τετάρτη 24 Απριλίου 2024
16 C
Argostoli

kefaloniastatus@gmail.com

Εφημερεύοντα Φαρμακεία

spot_img

ΜΕΝΟΥ / ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Ο Ντόντος και το μονόπετρο | Ευθυμογράφημα

Editorial

Εικόνα άρθρου: Ethiopian art / Jerry Apostolatos

Ο Ντόντος, ήγουν το χριστιανικότατο Αντώνιος, είναι ένας φοιτητής με άποψη και με εκατόν είκοσι κιλά στην κυριότητά του! Διανύει το ενδέκατο έτος των σπουδών του στο πολυτεχνείο(έχει ακόμη καιρό… ζωή να ‘χει!), είναι κάτοχος Ι.Χ. αυτοκινήτου και νοικιάζει μια μεζονέτα στου Ζωγράφου. Ο πατέρας του στην Άρτα, κτηνοτρόφος το επάγγελμα, έχει να το λέει : «Εμένα ο Αντώνης μου θα γίνει μία μηχανικάρα που θα χτίσει όλη την Ήπειρο!». «Σαν πολύ δεν αργεί να τελειώσει όμως κυρ-Επαμεινώνδα», του σποντάρουν οι γνωστοί. «Καθόλου δεν αργεί!», έρχεται κοφτή η απάντησις, «τώρα κάνει το ματαπτυχιακό του»… Τέτοια λέγονται και άμα τονε ματαδείς τον Ντόντο στην Άρτα, θα ματαγίνει και ο κυρ-Επαμεινώνδας είκοσι χρονών τζόβενο!

Γιάννης Βαρούχας

Λίγο πριν την εξεταστική του Ιουνίου, ο Ντόντος πέτυχε διάνα! Όχι στα μαθήματα φυσικά(ποιος τα λογαριάζει αυτά βρε αδερφέ…) αλλά στην καρδιά της Μαιρούλας! Απ’ το έκτο έτος έτρεχε πίσω απ’ τον ποδόγυρό της, οπότε και η Μαιρούλα πέρασε ως πρωτοετής στο πολυτεχνείο. Μετά πέντε χρόνια, η Μαιρούλα έκανε τη διπλωματική της για να πάρει πτυχίο, ενώ ο Ντόντος πάλευε ακόμη με κάτι στατικές απ’ το δεύτερο έτος. Πως πήγε και στραβώθηκε τώρα το κορίτσι και γύρισε να τον κοιτάξει, κανένας δεν το ξέρει! Καμμιά φορά ισχύει αυτό που λένε : «Λέγε-λέγε το κοπέλι κάνει την κυρά και θέλει»!

Στην αργία του Αγίου-Πνεύματος – μία αργία που τυχαίνει ιδιαίτερης αναγνώρισης απ’ όλους τους φοιτητές της απανταχού ελληνικής επικράτειας – ο Ντόντος έκανε την κίνηση ματ πηγαίνοντας τη Μαιρούλα στη Γλυφάδα για καφέ. Ένα μήνα τώρα τη σορόπιαζε αλλά πέρα από φιλάκια ή αγκαλίτσες δεν είχε… ο επίδοξος εραστής ήτο απογοητευμένος έως απορπισμένος! Δεν πα’ να την πήγαινε κάθε βδομάδα για φαγητό στου Μποτρίνι τα εστιατόρια, δεν πα’ να της αγόραζε καινούρια φορέματα εξ Ιταλίας ορμώμενα, δεν πα’ να τις έταζε διακοπές στη Μύκονο με φουσκωτό… η Μαιρούλα βράχος! Καμία παραχώρησις επί της ιδιωτικής της κυριαρχίας!

Του Αγίου-Πνεύματος ωστόσο, ο Ντόντος άνοιξε το τελευταίο του χαρτί. Αφού πούλησε τη χρυσή ταυτότητα που του είχε πάρει η νονά του και το ρολόι που του είχε δωρίσει ο πατέρας του όταν πέρασε στο πολυτεχνείο, αγόρασε ένα μονόπετρο για τη Μαιρούλα! Το σκοτεινό το κορίτσι, μόλις αντίκρισε το πολύτιμο του πράγματος αλληθώρισε! «Δηλαδή Ντόντο μου(το «μου» ήταν νέα προσθήκη), σκοπεύεις να με ζητήσεις; Έχεις καλό σκοπό;». Κανονικά η απάντηση ήταν «Όχι Μαιρούλα μου, να κάνουμε τις τρέλες μας θέλω και ό,τι προκύψει!», αλλά λέγονται τώρα τέτοια πράματα; Οπότε απαντάει με θέρμη «Ναι Μαιρούλα μου! Εγώ δεν έχω μάτια γι’ άλλη… μόνο εσένα θέλω στη ζωή μου!». Βλέπετε ο άνδρας για να βρει το δρόμο προς την εκτόνωσή του, “πετάει κάτι τουβλέτες” που δε στέκουν ούτε με οπλισμένο σκυρόδεμα!

Εκεί πάνω στις ζάχαρες λοιπόν, του κόβει η γκλάβα του Ντόντου και ξηγιέται αρμυρό φιστίκι! «Δηλαδή Μαίρη μου… ξέρεις… δηλαδή αν είναι να είμαστε μαζί… καταλαβαίνεις… δε θέλω να με παρεξηγήσεις(σώπα καλέ!) αλλά… αν είναι να είμαστε μαζί… να, πως το λένε(Παναγιώτη)… νομίζω ότι(πες το και μας έσκασες!)… θα έπρεπε να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα(εμ τι, γουρούνι στο σακί θα πάμε στον κυρ-Επαμεινώνδα;)!». Τι βήμα; Με το μονόπετρο στο χέρι μέχρι άλμα στο φεγγάρι γίνεται! Διότι έτσι τα “εκπαιδεύουν” τα κορίτσια μας… να βρουν έναν άντρα να κάνουν σπιτικό και παιδιά. Να διαλέγουν χαλιά, κουρτίνες και σεντόνια και να ζηλεύουν τα κοσμήματα της κυρίας Ευπορίδου αδιαφορώντας για τις παρενέργειες που κάθε μέρα βλέπουμε γύρω μας… Και επειδή στη βράση κολλάει το σίδερο, όπως έλεγαν οι παλαιοί που ξέραν από τέτοια, μπάζει ο Ντόντος τη Μαιρούλα στο Ι.Χ., ύστερα μπαίνει αυτός, μετά μπήκε και η κοιλιά του και επιτέλους ξεκίνησαν για τη μεζονέτα!

Το αιρ-κοντίσιον του αυτοκινήτου μούγκριζε σαν ετοιμόγεννη αγελάδα, ο Ντόντος στη θέση του οδηγού σκεφτόταν «Ωραία, την ψήσαμε!» και η Μαιρούλα από τη θέση του συνοδηγού έκανε όνειρα… εμπρός στη θέα του δαχτυλιδιού είχε αρχίσει να ξεχνάει τον τρίτο συνεπιβάτη που άλλοτε την προβλημάτιζε, πάει να πει την μπάκα του Ντόντου!

Όταν έφτασαν στου Ζωγράφου, σωστά πλέον κρέατα κατεψυγμένα απ’ τον κλιματισμό, βγήκαν απ’ τ’ αυτοκίνητο για να νιώσουν ότι βγήκαν στη Σαχάρα το δεκαπενταύγουστο! Η Μαιρούλα που πήγαινε για τρέξιμο κάθε εβδομάδα δεν άργησε να προσαρμοστεί. Τον Ντόντο όμως που να τονε κάνεις ζάφτι; «Ανάθεμα» άρχισε να βαριανασαίνει, «Τι ζέστη είναι αυτή; Καλά τα λένε με το φαινόμενο του θερμοκηπίου… κάθε χρόνο χειροτερεύει η κατάσταση!». Η Μαίρη δε μίλησε, πιθανώς δεν άκουσε καν! Αρκέστηκε στο να χαλβαδιάζει το μονόπετρο…

Όταν μπήκαν στο σπίτι, μία νέα και λίαν δυσάρεστη εξέλιξη περίμενε τον Ντόντο… το σπίτι δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα! Οπότε Νο ρεύμα – Νο αιρ-κοντίσιον… πάει να πει, καταστροφή! «Φτου ρε γαμώτο! Τώρα τους ήρθε;»!

Σαν ανεβήκανε τη σκάλα την εσωτερική(σφηνωτά και στα όρια της φορτοϊκανότητάς της ο Ντόντος), ένα νέο κύμα ζέστης έγινε αισθητό. Η σοφίτα ήταν καμίνι που έβραζε. Η απόπειρα που έγινε να ανοιχθούν τα πορτοπαράθυρα σταμάτησε στην απαγόρευση της Μαίρης για να μην τους δουν οι απέναντι. «Μα πως;» έκανε να αντιδράσει ο εύσωμος, «Καλά, άμα δε γίνεται τώρα να έρθουμε άλλη μέρα…» απάντησε η όμορφη και του έκοψε τα ύπατα! Τι άλλη μέρα; Πέντε χρόνια πολιορκίας ήταν αυτά και θα αφήναμε το θρίαμβο για άλλη μέρα; Αποκλείεται! Ή ταν ή επί τας (μεταξύ μας, για επί τας το κόβω…)!

Πετάει τα ρούχα του με μανία ο Ντόντος και αρχίζει τα νόστιμα «Αχ, αυτά τα μάτια σου(τα στήθη της κοιτούσε)… Τι άγγελος είσαι εσύ;(τι κόμματος εννοούσε)…». Είπε πολλά σαχλά αλλά η Μαιρούλα, ένεκα το δαχτυλίδι, τα πίστευε όλα και τα κατάπινε σα λουκουμάκια ενδίδοντας παράλληλα στα χάδια του μπούμπη!

Επειδή όμως διά της τριβής παράγεται θερμότης, τα πολλά τριψίματα έκαναν τον Ντόντο και έσταζε ιδρώτα απ’ όλες τις μπάντες! Είχε μια πετσέτα προσώπου από κοντά για βοήθεια, αλλά τι να σου κάνει κι αυτή, πληρώθηκε κάποια στιγμή και σταμάτησε να τραβάει! «Ρε μπας και ήρθε το ρεύμα;» σκεφτόταν ο Ντόντος σαν το νηστικό που ονειρεύεται καρβέλια. Ανοιγόκλεινε τους διακόπτες για δοκιμή, αλλά η ΔΕΗ δεν του έκανε τη χάρη!

Κάποια στιγμή που “αψιώθηκε” κι η Μαιρούλα του λέει «Ντόντο μου, έλα τώρα… είμαι έτοιμη». Μια κουβέντα όμως είν’ αυτή, πώς να έρθει ο Ντόντος όταν ο μικρός ο Ντόντος είναι εκτός υπηρεσίας… «Έρχομαι Μαιρούλα μου, τώρα έρχομαι» έλεγε μπας και το πιστέψει και ο ίδιος αλλά, που να πάει τη στιγμή που το κυκλοφορικό του διεξήγαγε “σταυροφορία” για να ψύξει όλα τα εδάφη της αυτοκρατορίας του Ντόντου… Με τέτοια μάχη δεν περίσσευε καμία προμήθεια για το μικρό Ντόντο ο οποίος καταντρόπιαζε το μεγάλο.

Μετά μιάμισης ώρας ανηλεούς, άχαρης και προπάντων άκαρπης προσπάθειας, ο Ντόντος απεφάνθη σε δραματικούς τόνους – όμοιους με αυτούς που χρησιμοποιούν οι γιατροί όταν θέλουν να πουν ότι η εγχείρηση πέτυχε αλλά ο ασθενής απεβίωσε – «Δε γίνεται τίποτα… η ζέστη η άτιμη, το άγχος της πρώτης φοράς, το ύπουλο το αλκοόλ, τα ξενύχτια… πρώτη φορά μου συμβαίνει… σε διαβεβαιώ(λες και σκοτίστηκε η Μαιρούλα για το ιστορικό του!)…». Όλα τα επιστράτευσε ο Ντόντος, μόνο το κυκλοφορικό του δε μνημόνευσε το οποίο ήταν ο αποκλειστικός υπεύθυνος. Η Μαιρούλα τώρα δεν ήταν ιδιαίτερα κολακευμένη αλλά, εντάξει, είχε τουλάχιστον ένα μονόπετρο! «Δεν πειράζει γιαβρή μου, συμβαίνει σε όλους(λες και νοιάζει αυτόν που του συμβαίνει, αν έχει συμβεί και σε άλλους!). Πρέπει να φύγω όμως, πάρε με τηλέφωνο».

Ο Ντόντος δεν έκανε τον κόπο να τη συνοδεύσει μέχρι την εξώπορτα (ήταν και εκείνη η ρημάδα η σκάλα!), αλλά πήγε καρφί στο μπάνιο. Ρυπίστηκε μες την μπανιέρα αφήνοντας το παγωμένο νερό να τον περιλούζει. Εκεί απάνω στην ανακούφιση των υψηλών θερμοκρασιών, ήρθαν οι σκέψεις του απολογισμού. «Άει στα κομμάτια! Κάτι πρέπει να γίνει μ’ αυτήν τη ΔΕΗ! Τόσα λεφτά πληρώνουμε κάθε μήνα…». Ύστερα το γύρισε στο φιλοσοφικό, «Μπα, δε βαριέσαι… ουδέν κακόν αμίγευτου καλού(…)»! Στο τέλος όμως, κατέληξε με ψυχραιμία, «Μου φαίνεται καλύτερα είμαι μόνος μου μες την μπανιέρα μου(σάμπως χώραγε και κανέναν άλλο άμα ήθελε;)…άσε που δεν είχα φαγητό για μετά να προσφέρω στη Μαιρούλα… τώρα που το σκέφτομαι όμως, που είχα βάλει εκείνο το φυλλάδιο της πίτσα-φατ;»…

Η υδρορροή της μπανιέρας τραβάει τα εκτοπισμένα νερά, ενώ ένας ιδιοκτήτης παρακείμενης πιτσαρίας αναμένεται να δεχθεί μία πλούσια παραγγελία. Η Μαιρούλα έχει προλάβει ήδη και έχει δείξει το μονόπετρο σε δύο φίλες της. Φυσικά δεν πρόκειται ποτέ να παντρευτεί τον Ντόντο καθώς αυτός θα “λοξοκοιτάξει” στην 1η ευκαιρία που θα του δοθεί. Ίσως πάλι και να τον παντρευτεί… Ο χρυσοχόος που πούλησε το δαχτυλίδι θα προσθέσει τη χρηματική του αξία στις καταθέσεις του μαζί με τη διαφορά που θα αποκτήσει απ’ τα ενέχυρα που κράτησε. Ο αιώνιος φοιτητής θα καταπιεί με βουλιμία μία μισόλιτρη κόκα-κόλα αμέσως μετά το καταβρόχθισμα δύο μακαρονάδων και μιας πίτσας αλλά από Δευτέρα θα κάνει δίαιτα(πάει να πει θα πίνει κόκα-κόλα λάϊτ αντί για κανονική)… Έτσι, όλοι είναι ευχαριστημένοι!

Γιάννης Βαρούχας

ΥΓ: Το παραπάνω διήγημα είναι μέρος της ενότητας “Ιστορίες από τον ελληνικό καύσωνα-Νο1” της ανέκδοτης ανθολογίας διηγημάτων “Ιστορίες κρίσης”. Είναι το τρίτο διήγημα που δημοσιεύετεαι σε αυτήν τη στήλη και ασφαλώς κάθε ομοιότητα με την πραγματικότητα είναι συμπτωματική αφού πρόκειται για ένα μυθοπλαστικό ευθυμογράφημα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ