Κατέβαινα απ’ το δρομάκι πλάι στο Νοσοκομείο στο Αργοστόλι, όταν αντίκρισα δεκάδες άτομα να “πολιορκούν” τα κάγκελα. Στην πλειοψηφία τους ήταν όλα νέα παιδιά. Παρά το γεγονός ότι πρέπει να ήταν πάνω από 100 άτομα συγκεντρωμένα μέσα κι έξω απ’ τα κάγκελα, δεν ακουγόταν “κιχ”… αυτή η απόκοσμη ησυχία μέσα σ’ ένα τόσο μεγάλο πλήθος σ’ έκανε να καταλαβαίνεις ότι κάτι τραγικό είχε αμετάκλητα συμβεί.
Δεν είχα διαβάσει, δεν είχα ακούσει… μετά έμαθα… αλίμονο, αυτό που έπρεπε η Θεία Πρόνοια να απαγορεύει να συμβαίνει. Να φεύγουν δηλαδή νέα παιδιά τόσο άδικα, τόσο αδικαιολόγητα και τόσο οδυνηρά.
Μικρός ο τόπος μας, όλοι είχαμε δει την Ελευθερία και τον Παναγιώτη. Όλοι είχαμε θαυμάσει τη νιότη τους και την ομορφιά τους. Το ότι δε θα τους ξαναδούμε δεν μπορεί να γίνει κατανοητό.
Μέσα στο βουβό πόνο έξω απ’ το νοσοκομείο έγινε ακόμη ένα τροχαίο. Ο κόσμος είναι σαστισμένος. Αυτοί που περπατούν στους δρόμους και τα πεζοδρόμια της πόλης ξεχωρίζουν από τα πρόσωπά τους σε αυτούς που ξέρουν την είδηση, και σε αυτούς που δεν ξέρουν. Φαίνεται στα πρόσωπα όλων η σκιά του άλλου κόσμου που πλάκωσε τα νησιά μας…
Βλέπεις γύρω απ’ τα σοκάκια του νοσοκομείου παιδιά, παρέες-παρέες, να κατηφορίζουν με τα πρόσωπά τους παραμορφωμένα από τη θλίψη. Μ’ ένα αναπάντητο γιατί μέσα στα μάτια τους. Πάνε προς τον Κούταβο να περπατήσουν, να σμίξουν τις σιωπές τους. Δεν μπορούν να πουν τίποτα.
Ξαναζώ την απώλεια του αγαπημένου μου φίλου αλλά και όλων των γνωστών ή άγνωστων φίλων που έφυγαν μ’ αυτόν τον άδικο τρόπο. Κάτι πρέπει να γίνει. Δεν μπορεί άλλο πια να συμβαίνει αυτό. Δεν μπορούμε να χάνουμε ό,τι πολυτιμότερο έχουμε, ως κοινωνία, με αυτόν τον τρόπο.
Η σκέψη μου πάει στη μάνα, στον πατέρα… Είμαι κι εγώ πατέρας και δεν μπορώ να το χωρέσω μες το μυαλό μου. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί κάποιος να κάνει γι’ αυτούς που έμειναν πίσω. Μόνο ο χρόνος, ως κατ’ ανάγκη πλέον σύμμαχος, θα προσφέρει μακροπρόθεσμα τις υπηρεσίες του. Αλλά ακόμη κι αυτό, σε θυμώνει σαν το σκέφτεσαι. Το μόνο που μπορούμε να τους πούμε είναι ότι πονάμε κι εμείς μαζί τους.
Δεν υπάρχει γιατί. Δεν υπάρχουν ορθολογισμοί. Δεν πρέπει κανείς να εγκλωβιστεί σε ερωτήματα που δεν έχουν απάντηση αλλιώς καιροφυλακτεί το αδιέξοδο. Η ζωή προχωράει αδίστακτα και μας υποχρεώνει στην πορεία της. Μία ακόμη γενιά σημαδεύτηκε βαθιά. Είθε να είναι η τελευταία.
Γιάννης Βαρούχας
Δεν είναι δρόμοι αυτοί! Είναι το χρονικό προαναγγελθέντων θανάτων. Αιωνία η μνήμη των τριών νεκρών! Στη μνήμη τους ας σχεδιάσουμε, ας κάνουμε διαπλατύνσεις στους δρόμους – καρμανιόλες! Είναι οδυνηρό, είναι λυπηρό, αλλά δυστυχώς ήταν αναμενόμενο ότι θα συμβεί! Περνάω κάθε μέρα από το σημείο, δυό φορές τη μέρα, αλλά κάθε φορά τρέμω τις στροφές το στένωμα, την ανύπαρκτη ορατότητα. Δεν υπάρχουν λόγια για τον πόνο των γονιών και των κοντινών ανθρώπων! Ας θυμώσουμε επιτέλους όλοι μαζί, κάτι μπορεί να βγεί!
ο συγκεκριμένος δρόμος για να διαπλατυνθεί πρέπει άλλος να δώσει την μάντρα του, άλλος το γκαράζ του, άλλος μια λωρίδα γή. Το βλέπετε εφικτό? Αν όχι τότε το μόνο που μας μένει είναι να προσέχουμε και να προσαρμόζουμε την οδήγηση μας στις ελλείψεις του δρόμου
Δεν ρωτάμε, απαλλοτριώνουμε αν δεν τρέμουμε το πολιτικό κόστος! “Και του σπανού τα γένια γίνονται” σήμερα, με την εξέλιξη της επιστήμης Κπο!