Γράφει ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος*
Δώδεκα παρά… ακολουθώ τα ίχνη του Μορφέα σε έναν κόσμο που το κορμί μου παραμένει σιωπηλό.
Το φωτάκι δίπλα στο κομοδίνο μου ξαφνικά αρχίζει να αναβοσβήνει… μία γνώριμη σκιά εμφανίζεται στον τοίχο του δωματίου.
Ένα ρίγος διαπερνά το κορμί μου… δεν μπορώ να το πιστέψω!
Είναι εκείνη… η πρώτη μου αγάπη.
Ο χρόνος δεν την έχει αγγίξει…
“Τι κάνεις τέτοια ώρα εδώ…”η φωνή μου βραχνή… “Τι θες από μένα; ” Χωρίς απάντηση απλώνει το χέρι της πιάνοντας το δικό μου.
Το δωμάτιο αρχίζει να μικραίνει σε σημείο που ο φόβος με κυριεύει, νιώθω το κορμί μου παγωμένο .
Ανάμεσα στους τέσσερις τοίχους με δυσκολία πλέον κουνάω τα πόδια μου. “Θα πεθάνω” φωνάζω.
Κλείνω τα μάτια με όση ψυχραιμία έχω…
Μια διαφορετική αίσθηση πλέον.
Νιώθω το κορμί μου να απελευθερώνεται απ’ την πίεση.
Ανοίγω ξανά τα μάτια μου και είμαι μόνος.
Βρίσκομαι στην παραλία όπου κάποτε δώσαμε το πρώτο μας φιλί μόνο που η όψη μου είναι διαφορετική, αισθάνομαι τόσο ανάλαφρος!
Η ψυχή μου δεν είναι βαριά πλέον…
Το σώμα μου ελαφρύ.
Ακούω ομιλίες πίσω μου,γυρίζω δεν μπορώ να πιστέψω αυτό που βλέπω, τον εαυτό μου με την πρώτη μου αγάπη.
Θα φτάσω στη τρέλα.
Αυτά που βλέπω είναι οι αναμνήσεις μου, είναι λες και ξεκόλλησε ένα κομμάτι απ’ το παρελθόν μου και ήρθε στο μέλλον μου ή μήπως είμαι εγώ αυτό το κομμάτι και βρέθηκα στο παρελθόν μου;
Προσπαθώ να μιλήσω να βγάλω μία άκρη.
Κανείς τους δεν με ακούει και δεν με βλέπει, αρχίζω να ηρεμώ σιγά- σιγά.
Αρχίζω να αντιλαμβάνομαι πως το κομμάτι που έχει ξεκολλήσει είναι το παρόν ίσως και το μέλλον, το δικό μου μέλλον .
Ταξίδι στο παρελθόν μου ξανά…
Κάθομαι σε μία γωνία και με παρακολουθώ να μιλάω με την πρώτη μου αγάπη, βλέπω τις στιγμές που κάποτε έζησα και θυμάμαι σαν μία θολή εικόνα να παίρνουν σάρκα και οστά μπροστά μου να γεννιούνται ξανά.
Με κοιτάζω και φαίνομαι τόσο ευτυχισμένος είμαι λες και όλος ο κόσμος δημιουργήθηκε για να χωρέσει την δική μου χαρά και ευτυχία.
Όνειρα που κάλπαζαν σε έναν αθώο κόσμο.
Ένα δάκρυ κυλάει απ’ το πρόσωπό μου, πόσο πολύ έχω αλλάξει…
Έχω περάσει πολλά στην ζωή μου, σκλήρυνε η καρδιά μου, γέρασαν τα όνειρά μου και η ευτυχία μου εγκλωβισμένη παραμένει ακόμα…
Δεν αντέχω να βλέπω άλλο τον εαυτό μου, αναρωτιέμαι αν μπορούσε να καταλάβει…τι θα μου έλεγε;
Μέσα στον συλλογισμό μου την βλέπω συνέχεια …
Σαν τώρα …
“Εσύ δεν ανήκεις εδώ γύρισε πίσω”.
Η λεπτή φωνή της ωδή στα αυτιά μου.
Ξαφνικά όλα διαλύονται γύρω μου μία δύναμη με τραβάει απ’ το παρελθόν πίσω στο κρεβάτι μου.
Παρακαλώ να ξυπνήσω μα δεν έχω την δύναμη να ανοίξω τα μάτια μου, διαισθάνομαι ξανά μια παρουσία στο χώρο μα δεν νιώθω φόβο, αρχίζω να βουλιάζω στο στρώμα, ανήμπορος να αντιδράσω περιμένω την κατάληξη μία σκέψη βασανίζει το μυαλό μου μήπως τελικά ήρθε το τέλος μου;
Όχι δεν ήρθε, όχι ακόμα τουλάχιστον αυτό το μέρος πού βρέθηκα το ξέρω πολύ καλά όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει, για την ακρίβεια βρίσκομαι στο παιδικό – εφηβικό μου δωμάτιο που μέχρι τα δεκαοχτώ μου χρόνια έμενα με τους δικούς μου, είναι σαν να μην πέρασε ούτε μία μέρα απ’ όταν έφυγα.
Αφίσες κάποιας άλλης εποχής στολίζουν τους πράσινους τοίχους του.
Ενα μονό κρεβάτι γεμάτο ζεστές κουβέρτες καλυμμένο από την μητρική αγάπη. Εδώ σε αυτό το δωμάτιο σχημάτισα τα πρώτα μου όνειρα, εδώ ήταν η απομόνωση των πρώτων μου σκέψεων, εδώ ήμουν ένα μικρό αμούστακο αντράκι κάτω απ’ την ασπίδα της οικογένειας μου.
Πόσες φορές γύριζε το κρεβάτι απ’ τις βραδυνές εξόδους με φίλους όταν γνωρίσαμε το ποτό.
Ο καημένος ο πατέρας μου ξενυχτούσε μέχρι να γυρίσω σπίτι να ξαπλώσω να σιγουρευτεί ότι είμαι καλά.
Τώρα καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι να είσαι γονιός και να έχεις να αντιμετωπίσεις μία εφηβεία.
Νιώθω μια ζεστασιά να πλημμυρίζει την καρδιά μου, ανοίγω την πόρτα βαδίζω στον μικρό διάδρομο και βρίσκομαι στο σαλόνι. Βλέπω τον εαυτό μου να κάθεται μπροστά από τα ηλεκτρονικά και γύρω του μια ακαταστασία απο πιάτα άδεια, ποτήρια απο αναψυκτικά στο πάτωμα και τα πόδια πάνω στο μικρό τραπεζάκι.
Συνεχίζω και φτάνω στην μικρή κουζινούλα μας, βλέπω την μάνα μου κουρασμένη να ετοιμάζει γεμιστά όπως ακριβώς μου αρέσουν, τον πατέρα μου να προσπαθεί να φτιάξει την βρύση του νεροχύτη που χάλασε, ήταν καλός στα μαστορέματα και πάντα έκανε ό,τι μπορούσε για να γλυτώσει χρήματα για την οικογένεια του. Προσπαθώ να φωνάξω τον εαυτό μου.
“Σήκω απ’ τον καναπέ αρκετά έπαιξες, τι κάθεσαι πήγανε μέσα να βοηθήσεις τους γονείς σου” μα δεν μπορούσε να με ακούσει. Προς στιγμήν είχα ξεχάσει πως ήμουν αόρατος… καημένη μάνα μου τι έχεις περάσει στην ζωή σου απ’ τα δεκαεφτά που με έκανες, για άλλους τότε ξεκινάει η ζωή για σένα τότε ξεκίνησαν τα βάσανα σου.
Καταλαβαίνω γλυκά βάσανα θα μου έλεγες αν μπορούσες, ξέρω πόσο πολύ με αγαπάτε και πόσες θυσίες έχετε κάνει για να μην μου λείψει τίποτα και ξέρω ότι αν μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο σε αυτό το σημείο θα σηκωνόμουν απ’ τον καναπέ να βοηθήσω.
Μακάρι να είχατε περισσότερη βοήθεια από μένα και να σας έδειχνα περισσότερες φορές την αγάπη μου.
Ένα δάκρυ κυλάει στο πρόσωπο μου σε βλέπω μάνα να γυρίζεις να με κοιτάζεις και να μου λες “μην στεναχωριέσαι γιε μου σ’ ‘αγαπάμε πολύ σε όποιο χρόνο και να βρίσκεσαι, τώρα γύρισε πίσω δεν ανήκεις εδώ” ξαφνικά όλα διαλύονται γύρω μου μία δύναμη με τραβάει απ’ το παρελθόν πίσω στο κρεβάτι μου ξανά αφήνοντας με στην αγκαλιά του Μορφέα.
Το φωτάκι στο κομοδίνο πάλι αναβοσβήνει και για μία ακόμα φορά η επίσκεψη δεν αργεί να έρθει.
Η σκιά στον τοίχο κάνει την εμφάνιση της και αυτή την φορά είναι ένα κομμάτι απ’ την καρδιά μου, η γυναίκα μου με αγγίζει απαλά στον ώμο και το ταξίδι ξεκινά… αυτή την φορά βρίσκομαι σε ένα μέρος που απορώ μήπως έγινε κάποιο λάθος δεν μου θυμίζει κάτι, στο νοσοκομείο βρίσκομαι και βλέπω τον εαυτό μου να περπατάει ανήσυχος με γοργό βηματισμό συνέχεια την ιδιά απόσταση.
Τον κοιτάζω απορημένος δεν μου λέει κάτι αυτή η ανάμνηση.
Δεν περνάει πολύ ώρα και βλέπω τον γιατρό να βγαίνει από μία πόρτα να πλησιάζει τον εαυτό μου και να τον συγχαίρει.”Συγχαρητήρια γίνατε μπαμπάς! Μόλις αποκτήσατε ένα υγιέστατο αγοράκι να σας ζήσει!”
Είχα ξεχάσει τελείως αυτή την ανάμνηση με τον γιατρό ίσως επειδή ήμουν πολύ στρεσαρισμένος εκείνη την ημέρα να πάνε όλα καλά και πήγαν… άφησα τον εαυτό μου στον διάδρομο να περιμένει και έφτασα στο δωμάτιο που βρίσκεται η γυναίκα μου με το παιδί μου.
Την βλέπω να του μιλάει “αγάπη μου σε λίγο θα έρθει να σε δει ο μπαμπάς σου, ο άντρας που ξεχώρισα από όλους τους άλλους όταν τον γνωρίσεις και εσύ θα καταλάβεις το γιατί!” . Η πιο ωραία θέα που έχω δει ποτέ στην ζωή μου η γυναίκα μου μαζί με το αγγελούδι μας. Δεν χορταίνω να τους βλέπω… περνάνε απο μπροστά μου όλα αυτά τα χρόνια που έζησα με την γυναίκα μου, όλες οι ευχάριστες και δυσάρεστες στιγμές μας. Όλες οι μοναδικές στιγμές που όσα χρόνια και να περάσουν πάντα θα τις κρατάω μέσα μου σαν φυλαχτό πολύτιμο. Σε κάθε άνθρωπο ένα άλλο μισό του αναλογεί και θα είναι πολύ τυχερός εάν το βρει, εγώ στάθηκα απο τους τυχερούς μα ποτέ δεν τα άφησα όλα στην τύχη, πάντα έκανα ότι περνούσε απ’το χέρι μου για να καλύψω με αγάπη το άλλο μου μισό όσα χρόνια και να πέρασαν. Η αγάπη πρέπει πάντα να σκεπάζει τον ουρανό της καρδιάς.
Νιώθω πώς ήρθε η ώρα να φύγω, μία ευχή θέλω να σας αφήσω και ας μην την ακούσετε πριν γυρίσω πίσω στο παρόν “εύχομαι ό,τι δυσκολίες φέρει το μέλλον απ’ το χαμόγελο μου να κόβετε να φοράτε γιατί η καρδιά μου ανήκει μόνο σε εσάς”.
Πριν γκρεμιστούν όλα γύρω μου και γυρίσω πίσω…
” Γύρισες αγάπη μου” και μου χαμογέλασες.
Βρέθηκα στο κρεβάτι μου αλλά αυτή την φορά ένιωσα κάτι διαφορετικό μέσα μου, ένιωσα ζωή να κυλάει στις φλέβες μου, ένιωσα την ανάγκη να δημιουργήσω όνειρα, ένιωσα πως ο κόσμος ξανά δημιουργείται για να τον ζήσω στο έπακρο.
Αυτή την φορά ένα μικρό χέρι να ακουμπάει το ιδρωμένο μου κορμί , να με χαϊδεύει δίνοντας μου δύναμη να ανοίξω τα μάτια μου … είδα το πιο γλυκό πρόσωπο του κόσμου τον γιό μου να μου χαρίζει το πιο όμορφο χαμόγελο του κόσμου ” σήκω μπαμπά πάμε μέσα να βοηθήσουμε την μαμά που φτιάχνει γεμιστά που μου αρέσουν πολύ “…
Το ξεχωριστό και ιδιαίτερο βράδυ που πέρασε στάθηκε αφορμή να γίνω καλύτερος άνθρωπος, καλύτερος σύζυγος, καλύτερος γονιός και συμφιλιώθηκα με τον ίδιο μου τον εαυτό… ένα αδύναμο φάντασμα, ένας δυνατός στο μέλλον άντρας, πατέρας, παππούς.
*Ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος ασχολείται με την ποίηση την συγγραφή, και είναι συντάκτης σε site της ομογένειας.