«Δεν είμαστε αβοήθητοι» συνέχισα τη συζήτηση με τους μαθητές μου. «Έχουμε το πείσμα την δύναμη, το σθένος. Ε και, θα μου πεις! Χαρακτήρες με ολοκληρωμένες προσωπικότητες! Ωραία· και τι θες κυρία Μαριλού; Δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε στον εαυτό μας!»
«Μας ζάλισες! Δεν είμαστε αόρατοι! Βλέπουμε ο ένας τον άλλον!»
«Τότε γιατί αδιαφορούμε; Προσπερνάμε ακόμα κι αν κείτεται στο δάπεδο κάποιος. Μην τον ακουμπάς! Μπορεί να κολλήσεις τίποτα! Μα ζούμε σε μεγάλες πόλεις. Δεν γνωριζόμαστε μεταξύ μας! Κλασσική δικαιολογία. Μπλεγμένο κουβάρι οι “μορφωμένοι” με τους “αμόρφωτους”. Έχεις πτυχίο… στο απαγορεύει ο εγκέφαλος σου να νοιαστείς για τον άγνωστο φτωχό. Δεν έχει το υπόβαθρο!»
«Ούτε φλερτ να κάνω με κάποιον κατώτερο των προσδοκιών μου. Θα γελάει ο κόσμος», αποκρίθηκε η αντιρρησίας μαθήτρια.
«Έλα, πάλι με τον κόσμο!» αναστέναξε η καθηγήτρια.
«Μην τα βάζεις με την πόλη κοπελιά» ειρωνεύτηκε ο διπλανός της. «Κι εσείς στα χωριά είστε καλύτεροι; Ένα φιλί να σου δώσουν ακόμη, εν έτη 2023, σε δύο Κυριακές σε παντρεύουν με παπά και με κουμπάρο! Σαν τα πρόβατα τρέχετε να προλάβετε προξενιό τον καλό γαμπρό».
Υπομονή Μαριλού, έφηβοι, θα καταλάβουν.
Τελικά ποιος φταίει για την ζωή μας; Δυσκολίες, άγχος, κόπος, κούραση. Πάντως δεν φταίει ο πατέρας η μάνα όταν απαντάμε “Εσύ με γέννησες, ας μην με κάνατε!” Ok… κι ο φτωχός συνεχίζει να περνά απαρατήρητος, όσο εμείς λύνουμε τις διαφορές μας.
«Μας ζαλίσατε κυρία Μαριλού σήμερα! Ας μας βάζατε κάτι πιο ευχάριστο να συζητήσουμε!Δεν είμαστε στο δημόσιο σχολείο! Δεν σας πληρώνουν οι γονείς μας για να μας πείσετε να φροντίζουμε τους κατώτερους από εμάς!»
«Μάλιστα! Λοιπόν! Σήκω πάνω κορίτσι μου. Συγνώμη, δεσποινίς Τζένη ήθελα να πω! Δεν είμαστε ίσοι κι όμοιοι! Εσύ πληρώνεις τον μισθό μου.
Εγώ πληρώνομαι για να σου μάθω την αλληλεγγύη. Εκτός και δεν την χρειαστείς ποτέ!Πάντως, είτε στο χωριό, είτε στη πόλη, άνθρωπος λέγεσαι όταν προσπαθείς για τον συνάνθρωπο! Πάμε τώρα στο πεζοδρόμιο να βοηθήσουμε τον “βρωμιάρη” άγνωστο!»
Μουδιασμένοι μαθητές. Η μικρή έφηβη σηκώθηκε αργά. Ακολούθησε ακόμα ένας, ακόμα ένας. Ο πεσμένος κύριος στο πλακάκι του σχολείου… με χαμένες αισθήσεις. Ο Σωτήρης, μαθητής άριστος, ξέσπασε σε λυγμούς.
«Κυρία!!!! Είναι,είναι ο πατέρας μου!!»
Έσκυψε στο δάπεδο. Ο άτυχος άνδρας κρατούσε ένα λευκό χαρτάκι με την διεύθυνση του σχολείου. Το παιδί δεν μπορούσε να μιλήσει από το σοκ.
«Έχουν χωρίσει οι γονείς μου. Ζούσε σε άσυλο απόρων…» είπε με ντροπή.
«Η μητέρα μου δεν τον βοήθησε… υπήρχαν λόγοι».
«Θα γίνει καλά αγόρι μου. Να, ήρθαν κιόλας οι πρώτες βοήθειες.
Θα πάμε μαζί. Κι εσείς παιδιά στην τάξη σας. Θα ενημερώσω τον διευθυντή».
Οι δείκτες των ρολογιών είχαν σταματήσει.
«Με το φως του ουρανού και πυξίδα τον Ήλιο θα ζήσουμε θα τα καταφέρουμε», του ψιθύριζα κοιτώντας τον με αγάπη. «Σωτήρη μου… στείλε μήνυμα στην μαμά σου…»
«Μάλιστα κυρία, αν και δεν θα έρθει».
Μα η μητέρα του Σωτήρη ήρθε. Κι έκανε τα πάντα ώστε όλα να πάνε καλά.
Οι επόμενες ημέρες σχολείο ήταν μελαγχολικές. Ώσπου ένα ηλιόλουστο πρωινό ή ατίθαση Τζένη σηκώθηκε όρθια ζητώντας το λόγο.
«Ζητώ συγνώμη κυρία καθηγήτρια. Εσείς μας διδάσκετε την αλληλεγγύη, ως το πιο σημαντικό παράγοντα στην ζωή μας. Μας διδάσκετε να κοιτάμε τον άνθρωπο πέρα από τα κάδρα με τα πτυχία. Μας διδάξατε ότι η μόρφωση δεν είναι σύμμαχος των προκαταλήψεων».
Δάκρυσα, την αγκάλιασα απαντώντας σε όλη την τάξη:
«Δύναμαι να φτιάξω έναν άλλο κόσμο. Δεν είμαι αβοήθητη, φοράω το στέμμα της ελπίδας, έχοντας δίπλα μου εσάς τους νέους. Εμείς όλοι είμαστε ο κόσμος».
Τα χειροκροτήματα έφτασαν σε όλες τις τάξεις. Όλοι μαζί στο προαύλιο σχηματίσαμε τον κύκλο. Ενωμένο. Χωρίς δόγματα. Χωρίς προκαταλήψεις.
Ευαγγελία Αλιβιζάτου
Λογοτέχνιδα
Αρθρογράφος