Σάββατο 27 Απριλίου 2024
13 C
Argostoli

kefaloniastatus@gmail.com

Εφημερεύοντα Φαρμακεία

spot_img

ΜΕΝΟΥ / ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Η μελαγχολία ταξιδεύει από το παράθυρο

Γράφει ο ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ

Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν την άποψη των αρθρογράφων τους και όχι κατά ανάγκη του kefaloniastatus.gr

Φωτογραφία άρθρου : Δραπετσώνα από τον Jerry Apostolato

Ξημερώνει, ο πρώτος αγέρας της μέρας πνέει απαλά και χάνεται στο πρώτο φώς της μέρας μέσα σ’ ένα ρόζ ορίζοντα. Αρχίζει δειλά το βουητό του σταθμού και ο αργόσυρτος τριγμός των βαγονιών στις ράγες που οδηγούν σε μέρη μακρινά τους επιβάτες και τα εμπορεύματα, σε κόσμους μακρινούς πάνω στη Γη.

Το παλιό αρχοντικό απέναντι από το σταθμό δηλώνει την ηλικία του από τους μαδημένους τοίχους και τα ξεχαρβαλωμένα παράθυρα, μια φιγούρα από άλλους καιρούς που έχει χάσει την αίγλη του εδώ και πολλά χρόνια. Μόνο ένα παράθυρο στέκει ανοιχτό στην πρόσοψη, χάσκει σαν παραφωνία μπροστά στα άλλα που είναι ερμητικά κλειστά και βουβά.

Κατά καιρούς στο άνοιγμα του παρουσιάζεται μια φιγούρα που σα να έχει ακολουθήσει ηλικιακά το παλιό αρχοντικό, στέκει εκεί και αγναντεύει πότε τον σταθμό και τα τρένα που φεύγουν και πότε πέρα τον ορίζοντα.

Τα χαμίνια του σταθμού και οι αχθοφόροι παλαιότερα, σε περασμένους καιρούς, έλεγαν ότι αυτός που παρουσιαζόταν στο παράθυρο ήταν ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που δεν κατάφερε να ακολουθήσει την αγαπημένη του που είχε φύγει για μακρινά ταξίδια φοβούμενος την αλλαγή και το άγνωστο. Αλλά και σήμερα αυτή η φιγούρα εξακολουθεί να εμφανίζεται στο παράθυρο και να αγναντεύει πέρα τον ορίζοντα κάθε πρωί. Η περιέργεια με οδήγησε μια μέρα να παραβιάσω την κεντρική πόρτα του κτιρίου και ν’ ανέβω την ξύλινη εσωτερική σκάλα που έτριζε για να φτάσω στον τρίτο όροφο υπολογίζοντας να φτάσω στο ανοιχτό παράθυρο και να συναντήσω το μυστήριο αυτό άνθρωπο.

Η αλήθεια είναι ότι ήμουν αρκετά επηρεασμένος από αυτά που λεγόντουσαν αλλά η περιέργεια μου κατανίκησε τους φόβους μου. Πέρασα ένα μεγάλο διάδρομο με ξύλινο πάτωμα και αισίως έφτασα στο μεγάλο δωμάτιο με το ανοιχτό παράθυρο. Δίπλα από το παράθυρο μια μεγάλη πολυθρόνα φιλοξενούσε έναν ηλικιωμένο κύριο με κάτασπρα μαλλιά και γένια. Κοίταξε ευγενικά σα να με περίμενε και μου έδειξε την αντίστοιχη πολυθρόνα που ήταν απέναντι του… “Κάθισε” μου είπε… “καφέ να σας κεράσω;”…”Ευχαρίστως” του απάντησα. Σηκώθηκε από την πολυθρόνα του και με αργές κινήσεις έφυγε από το δωμάτιο. Όση ώρα έλειπε περιεργάστηκα με επιμέλεια το δωμάτιο που με φιλοξενούσε.

Ήταν ένα δωμάτιο βγαλμένο από άλλο αιώνα, έπιπλα βαριά σκαλιστά που απόπνεαν μια γοητεία άλλα και ταυτόχρονα μια μελαγχολική εγκατάλειψη. Το βλέμμα μου περιπλανιόταν αχόρταγα και κάθε τόσο σταματούσε στους πίνακες με πορτρέτα που κάλυπταν τους ξεθωριασμένους τοίχους, σοβαροί κύριοι και κυρίες με κοίταζαν με αυστηρό βλέμμα λες και είχα κάνει κάποιο έγκλημα που είχα παραβιάσει το χώρο τους. Τη σιωπή της στιγμής διέκοψε ο ερχομός του. “Ελπίζω να τον πέτυχα” μου είπε ακουμπώντας το δίσκο με τον καφέ. Τον ευχαρίστησα και κατέβασα την πρώτη γουλιά!

“Θα πρέπει να είσαι πολύ περίεργος για να αποφασίσεις να έλθεις μέχρι εδώ και μάλιστα μετά από όσα λέγονται τόσα χρόνια στον σταθμό για αυτό το σπίτι…” ήταν τα λόγια του καθώς έπινε τον καφέ του κοιτάζοντας  προς το ανοιχτό παράθυρο.

Από εκείνη την στιγμή η κουβέντα μας εξελίχθηκε σε μονόλογο, ο ηλικιωμένος Κύριος μιλούσε ακατάπαυτα! Ήταν στη δούλεψη της οικογένειας που είχε το αρχοντικό από παιδί, το παιδί για όλες τις δουλειές  όπως έλεγε. Τα χρόνια περνούσαν και έβλεπε τους ενοίκους του σπιτιού να φεύγουν ένας ένας, άλλοι για να ζήσουν μακριά απ’ το δεσποτικό ιδιοκτήτη και άλλοι γιατί το νήμα της ζωής του κόπηκε, είτε απότομα είτε λόγω ηλικίας και αυτός πάντα από το παράθυρο μαζί με το αφεντικό του παρατηρούσαν τις αφίξεις και τις αναχωρήσεις, πότε του σταθμού και πότε του σπιτιού αφού ήταν αναγκασμένος να τον ακολουθεί παντού λόγω της αναπηρίας του ιδιοκτήτη.

Τα χρόνια περνούσαν κι αυτός εκεί να βλέπει την ζωή να περνάει από τη μια μέρα στην άλλη, ώσπου έμεινε μόνος, με μόνη διέξοδο το παράθυρο μέσα σ’ ένα άδειο σπίτι χωρίς φίλους και συγγενείς.

“Πάντα μελαγχολώ περισσότερο τα Χριστούγεννα αλλά εκεί που το πράγμα γίνετε αβάστακτο είναι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς όπως σήμερα”… παραδέχτηκε. “Γι’ αυτό και σε δέχτηκα τόσο εύκολα. Ένας καινούργιος  χρόνος έρχεται και δεν έχω τίποτα να περιμένω”.

Η αλήθεια είναι ότι με συγκλόνισαν τα λόγια του, ξέρω ότι οι γιορτές κουβαλάνε μια δόση μελαγχολίας αλλά όχι και έτσι! Και τότε πήρα την απόφαση… “Εμπρός, ντυθείτε! Φεύγουμε τώρα και δε δέχομαι αντιρρήσεις”! Τον είδα να αμφιταλαντεύεται αλλά στο τέλος το πήρε απόφαση και σηκώθηκε. “Είναι τρελό, σε ξέρω μόνο λίγες ώρες και που θα πάμε;”. “Έξω” του είπα, “στον κόσμο και θα αρχίσουμε πρώτα από την παιδική χαρά της γειτονιάς και μετά βλέπουμε”.

Ντύθηκε στολίστηκε, έβαλε την κολόνια με άρωμα από λεμόνι, χτενίστηκε με επιμέλεια και με αργό και μεγαλοπρεπές βήμα πήγε και έκλεισε το παράθυρο!!!!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ