Παρασκευή 19 Απριλίου 2024
14 C
Argostoli

kefaloniastatus@gmail.com

Εφημερεύοντα Φαρμακεία

spot_img

ΜΕΝΟΥ / ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ

Γράφει ο ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ

Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν την άποψη των αρθρογράφων τους και όχι κατά ανάγκη του kefaloniastatus.gr

Εικόνα άρθρου : Jerry Apostolatos

Ήταν πρωί και είχα σηκωθεί με το ζόρι για να πάω στο σχολείο, ήταν η μοναδική μέρα που μπορούσα να τεμπελιάσω λίγο παραπάνω γιατί η πρωινή προπόνηση είχε ματαιωθεί λόγο της Μεγάλη Εβδομάδας που θα ακολουθούσε. Η τσάντα που κρατούσα στο δεξί χέρι μου φαινόταν ότι ζύγιζε ένα τόνο και τα μάτια μου έτσουζαν από τη νύστα όταν, ξαφνικά, άκουσα από μακριά από τη λεωφόρο Βουλιαγμένης, εκεί στην αρχή της, έναν περίεργο θόρυβο… Κάτι σα να τρίβουν σκουριασμένα σίδερα και μάλιστα με επιμονή.

Κατηφόρισα το δρομάκι που οδηγούσε στη λεωφόρο και έπεσα μπροστά σε ένα τανκ που βολτάριζε με μερικούς φαντάρους επάνω του να καπνίζουν και να χασκογελάνε. Τότε παρατήρησα ότι στο δρόμο δεν είχα συναντήσει κανένα αυτοκίνητο. Έβαλα την όπισθεν και τρέχοντας επέστρεψα στο σπίτι ξεχνώντας τη νύστα και το βάρος της τσάντας υποψιασμένος ότι κάτι στραβό είχε γίνει παρόλο που οι γονείς μου με είχαν κρατήσει μακριά από την πολιτική. Έτσι νόμιζα…

Άνοιξα την πόρτα και μπήκα φουριόζος στο δωμάτιό τους λέγοντας “Πατέρα έξω έχει τανκ” πρώτα για να δικαιολογήσω το ότι δεν πήγα στο σχολείο, και μετά γι’ αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός. “Τους κερατάδες την έκαναν” ξεστόμισε και σηκώθηκαν και οι δύο απ’ το κρεβάτι προσπαθώντας να ντυθούν. Εγώ προσπαθούσα να πάρω κάποια τηλέφωνα που μου είχε πει η μητέρα μου αλλά μάταια, το τηλέφωνο δε λειτουργούσε.

Δεν είχε περάσει ούτε μισή ώρα και έξω απ’ το σπίτι σταμάτησε ένα στρατιωτικό τζίπ. Μόλις το είδε η μητέρα μου άρπαξε τον πατέρα μου και μένα απ’ το χέρι “γρήγορα φεύγουμε απ’ την αυλή στο ταρατσάκι κι από εκεί στη αυλή της Μάρως”! Έτσι θα την κοπανάγαμε από το πίσω μέρος του σπιτιού. Πράγματι ακολουθώντας τη μάνα μου βγήκαμε από ένα άλλο στενό δύο τετράγωνα ποιό μακριά από το σπίτι και από την γωνία μπορούσαμε να δούμε τη ήθελε το στρατιωτικό τζίπ.

Τα πράγματα ηρέμησαν όταν είδαμε ότι είχε έλθει να παραλάβει το γαμπρό του σπιτονοικοκύρη μας που έμενε στο επάνω όροφο. Είχε μόλις αρραβωνιαστεί την κόρη του, κάτι που η μητέρα μου δεν το ήξερε. Αυτό ήταν και η αφορμή το ίδιο βράδυ οι γονείς μου να κάτσουν και να μου διηγηθούν όλη την ιστορία της οικογένειας. Εξορίες, φυλακίσεις, εκτελέσεις γιατί είχαν τολμήσει να έχουν αριστερές ιδέες. Φαίνεται όμως ότι αυτό δε με έκανε προσεκτικότερο…

Κατά την προσφιλή μου συνήθεια,  την επόμενη μέρα κι ενώ είχα λάβει σαφείς εντολές να μη βγώ από το σπίτι, εγώ την κοπάνισα γλιστρώντας απ’ την υδρορροή που περνούσε έξω απ’ το παράθυρο του σαλονιού και προσγειώθηκα στο πεζοδρόμιο. Άρχισα την περιπλάνηση. Η χάρη μου έφτασε μέχρι τις στήλες του Ολυμπίου Διός, εκεί είχαν στρατοπεδεύσει δύο τανκ το ένα απέναντι απ’ το άλλο και οι φαντάροι με τα όπλα στα χέρια περιπολούσαν πέρα δώθε. Μόλις με είδαν, ένας απ’ αυτούς που είχε κάτι γαλόνια στα μανίκια, άρχισε να φωνάζει καλώντας με να ξεκουμπιστώ από εκεί και να πάω αμέσως στο σπίτι μου. Ύστερα κινήθηκε με άγριες διαθέσεις προς το μέρος μου ενώ εγώ, αγνοώντας τον κίνδυνο, αφού του πέταξα μερικά μπινελίκια έγινα καπνός. Το ξύλο που γλύτωσα απ’ το φαντάρο το έφαγα απ’ τη μάνα μου μόλις γύρισα στο σπίτι! Και σαν να μην έφτανε αυτό, την επομένη μέρα ήλθε στο σπίτι ένας αστυνομικός και άφησε ένα χαρτί που έλεγε ότι έπρεπε να παρουσιαστώ στο τμήμα “Διά υπόθεση μου”… Αυτό έκανε τη μάνα μου έξω φρενών, ξέροντας ότι αυτό ήταν μία προειδοποίηση γι’ αυτήν και τον πατέρα μου.

Εκτός από μερικές σφαλιάρες και απειλές του στιλ “τα ξέρουμε όλα, ξέρουμε το ποιόν σας παλιοκουμούνια”, έφυγα απ’ το τμήμα χωρίς άλλα παρατράγουδα με τη βοήθεια ενός αστυνομικού που με γνώριζε απ’ το κολυμβητήριο. Αυτό το τμήμα φύλαγε την ομαλή διεξαγωγή των αγώνων και ο συγκεκριμένος εκτός του ότι ήταν συνήθως υπηρεσία στην πισίνα ήταν και “βάζελος”.

Όταν γύρισα σπίτι είδα τη μητέρα μου σαν να είχε γεράσει μέσα σε λίγες ώρες και τον πατέρα μου σκυθρωπό και αμίλητο. Το αντράκι, ο γιός τους δηλαδή, για να τους καθησυχάσω άρχισα τις χαζομάρες του στιλ εγώ δεν τα μασάω αυτά και μη φοβάστε… Τότε ο πατέρας μου πράος όπως ήταν μου έκανε νόημα να σκάσω και έβγαλε απ’ το πορτοφόλι του μια φωτογραφία. “Ξέρεις τι είναι αυτή” με ρώτησε. “Εσύ ναύτης στη στεριά” του απάντησα και έβαλα τα γέλια. “Αυτός όντως εγώ είμαι, αλλά είμαι εξόριστος στη Μακρόνησο” και άρχισε να μου εξηγεί τα της Μακρονήσου… Στο τέλος μου είπε “Εάν έχεις τα κότσια, τότε κάνε τον έξυπνο αλλιώς πίστευε αυτό που θέλεις αλλά να μην πάρεις κι άλλους στο λαιμό σου. Αγωνίσου αλλά πρέπει να ξέρεις τον τρόπο και αν δεν τον ξέρεις, πρέπει να τον μάθεις”!    

Αυτά είχαν συμβεί εκείνη τη μέρα και τις αμέσως επόμενες, κόσμος υπέφερε, δολοφονήθηκε, εξορίστηκε, έχασε τις δουλειές του, κλείστηκε στα σπίτια του απ’ το φόβο, έγιναν οι περισσότεροι παρτάκηδες πράγμα που έχει αντίκτυπο μέχρι και σήμερα.

Στα χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας η παρέα μας ενηλικιώθηκε, γίναμε αχώριστοι και, πάρα τις απώλειες, κρατάμε εκείνα τα χρόνια. Πρώτον σαν παράδειγμα προς αποφυγήν και δεύτερον τα σκεφτόμαστε με τρυφερότητα για τη συντροφικότητα που αναπτύχθηκε μεταξύ μας. Όσο για τους γονείς μας, τους ευγνωμονώ αλλά ντρέπομαι που ακόμα δεν έχουμε καταφέρει τις δικές τους θυσίες να τις κάνουμε πράξη και που η “καρέκλα” σε πολλούς απ’ τους συντρόφους είναι πιο αξιόλογη απ’ το γενικότερο καλό, αλλά, είπαμε, ο αγώνας εκτός όλων των άλλων χρειάζεται “Τρόπο”…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ