Εικόνα: Jerry Apostolatos
Αντίο σύντροφε… Όταν χάνουν το νόημα και οι λέξεις…
Μόλις τέλειωσα την εβδομαδιαία εφημερία μου στην Ι.Μ. Αγίου Γερασίμου , και μια βδομάδα χωρίς τηλεόραση ήταν ένα δώρο Θεού για την ταπεινότητά μου.
Μοιραία όμως οι συνήθειες δεν κόβονται , έτσι , ανοίγω την τηλεόραση κι αρχίζω να κάνω “περιήγηση” στα κανάλια που διαφεντεύουν την σκέψη μας . Ήθελα να μάθω νέα για τους δυστυχισμένους πλημμυροπαθείς της Θεσσαλίας. Πρώτη στάση σε μια νεαρά σελέμπριτι που την ρωτάγαν επίμονα για τον “Σύντροφό” της. Αλλάζω αμέσως και πέφτω σε άλλο ρεπορτάζ που κεντρικό θέμα ήταν ο “Σύντροφος” του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης . Κλείνω την τηλεόραση και σκέφτομαι την λέξη “Σύντροφος”. Αλλά και πόσο σαρκαστικός μπορεί να γίνει ο “χρόνος” . Η σκέψη μου γυρνάει μισό αιώνα πίσω. Παιδάκι εγώ . Μια ιστορία που την είχα ζήσει οκταχρονο παιδάκι αλλά που μου την θύμιζαν πολλές φορές οι δικοί μου. Μια ιστορία για ένα βράδυ του Νοέμβρη του 73. Εκείνου του Ματωμένου Νοέμβρη του 73.
Εκείνο το βράδυ ξύπνησα κι ανακάλυψα ότι ήμουν μόνος στο δωμάτιο. Η δεκαεξάχρονη αδερφή μου έλειπε , τα σκεπάσματα στο κρεβατάκι δίπλα μου ήταν άδεια και ομιλίες ακουγόντουσαν από το κουζινάκι μας που έπαιζε και τον ρόλο καθιστικού. Υπήρχε κάποιος άντρας μαζί με τους δικούς μου, άκουγα την φωνή του , μια φωνή γνώριμη. Προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα αλλά ήμουν κλειδωμένος. Η περιέργεια μου είχε κεντριστεί τόσο που άνοιξα το παράθυρο και πήδησα έξω. Έκανα τον γύρο του σπιτιού και βρέθηκα σε ένα παράξενο θέαμα. Ο πατέρας μου είχε βάλει μια σκάλα και και ανέβαινε στην ταράτσα κι από πίσω ακολουθούσε ο φίλος του , ο κυρ Αντωνάκης ο Μποφίλιος , ο μπαμπάς του Νίκου και του Μιχάλη , ο άντρας της Κυρα Τασίας και ο παππούς που ποτέ δεν γνώρισε η εγγόνα του , η λαοφιλής Νατάσσα Μποφίλιου. Η μάνα μου κι η αδερφή μου από κάτω κρατάγαν κουβέρτες και μαξιλάρια.
Το χαμόσπιτό μας είχε στην ταράτσα ένα πατάρι , αλλά η πρόσβαση ήταν μόνο απ έξω από το σπίτι, κατασκευαστικό λάθος , αλλά κι ενας τόπος μαγικός για μένα που είχε κάθε παλιατζουρία που δυσκολευόντουσαν οι δικοί μου να αποχωριστούν, πατάρι που έγινε προσθήκη στο χαμηλοτάβανο κουζινοκαθιστικό μας . Κατασκευαστικό έκτρωμα , αλλά και μοναδική κρυψώνα , αφού δεν καταλάβαινε κανείς ότι πάνω στην στέγη υπήρχε ένα “κλουβί” , ένα μέτρο και κάτι ύψος και δύο επί δύο πλάτος με μόνη είσοδο ένα μακρόστενο παραθύρι που άνοιγε προς τα πάνω. Ο κυρ Αντωνάκης ανέβηκε , χώθηκε μέσα και ο πατέρας μου του έδωσε κουβέρτες και μαξιλάρια . Υστερα πήρε την σκάλα και την έβγαλε έξω από την μάντρα μας , στο διπλανό οικόπεδο έτσι που κανείς δεν μπορούσε να την δεί αλλά ο οποιοσδήποτε μπορούσε να την κλέψει. Την πολύτιμη σκάλα μας . Μπήκαν στο σπίτι και μπούκαρα κι εγώ τελευταίος ρωτώντας τον πατέρα μου:
-Γιατί έκρυψες την σκάλα μας ;
Το παλιόπαιδο θα τα μαρτυρήσει όλα , είναι μαρτυριάρης τσίριξε η αδερφή μου.
Εγώ δεν είμαι μαρτυριάρης! φώναξα.
Σσσστ, έβαλε το δάχτυλο στο στόμα του ο μπαμπάς μου. Μη φωνάζετε.
Τι κάνει ο Κυρ Αντώνης στο πατάρι μας ; ρώτησα εγώ. Γιατί δεν μου λέτε. Ειχα αντιληφθεί ότι κάποιο μυστικό παιγνίδι παιζόταν κι εμένα δεν με παίζανε.
Ο κυρ Αντωνάκης θα μείνει για λίγο καιρό πάνω αλλά κανείς δεν πρέπει να το μάθει, μου είπε ο πατέρας μου. Κανείς.
Το σκατόπαιδο θα το μαρτυρήσει , είναι μαρτυριάρης είπε η αδερφή μου , πάνε όλα.
Δεν είμαι μαρτυριάρης ! τσίριξα , και γιατί θα μείνει πάνω , και γιατί δεν πρέπει να το μάθει κανείς; Και γιατί έκρυψες τη σκάλα;
Η μητέρα μου έκλαιγε. Βαγγέλη μήπως να του πούμε του Αντωνάκη να φύγει; Να κρυφτεί αλλού; Η Ασφάλεια θα έρθει σίγουρα εδώ . Ο μικρός χωρίς να το θέλει μπορεί να τον μαρτυρήσει , είπε.
Δεν θα μαρτυρήσω !!! είπα με σφιγμένες γροθιές και δάκρυα στα μάτια. ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΑΡΗΣ!!!
Ο πατέρας μου μας έκανε ένα αυστηρό νόημα να σωπάσουμε . Ύστερα έσκυψε και μου μίλησε αργά , με βραχνή φωνή γεμάτη αγωνία.
Φώντα μου , μπορεί να έρθουν κάποιοι να ρωτήσουν για τον Αντωνάκη. Δεν πρέπει να μάθει κανείς τίποτα. Δεν πρέπει , γιατί μπορεί να του κάνουν κακό , κι εμείς δεν το θέλουμε .
Γιατί να του κάνουν κακό ; ρώτησα εγώ . Τι έκανε;
Με κοίταξε βαθιά στα μάτια , με αυτά τα γεμάτα σοφία κι αγάπη μάτια μου και μου είπε συνωμοτικά: Γιατί είναι “Σύντροφος”!!!
Εγώ εκείνη την στιγμή σαν να κατάλαβα ότι είναι κάτι το ιερό , κάτι το δικό, οικογένεια και κάτι ακόμα παραπάνω. Εγω εκείνη την στιγμή σκέφτηκα , και το θυμάμαι σαν τώρα ότι , ποτέ δεν θα έλεγα τίποτα , θα φύλαγα επτασφράγιστο μυστικό την κρυψώνα αυτή γιατί ήταν …ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ!!!
Τότε που οι λέξεις είχαν νόημα…